13 Ιουν 2014

Άνθρωποι Διαβατάρικα Πουλιά...



ΕΥΗ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ-ΠΙΣΙΝΑ, Αγναντεύοντας. Τοπίο του νου.
Ακρυλικό σε χαρτί Modigliani, Candido, 320 gr.
Διαστάσεις 35 x 25 cm. Μάιος 2012.


Ανέμελα πετάνε τα πουλιά διασχίζοντας ωκεανούς και θάλασσες, κυνηγώντας το γλαυκό και το κίτρινο του καλοκαιριού. Τα ζώα τα άγρια δεν κουράζονται να ακολουθούνε τους καιρούς, τον ήχο του νερού, τα άλλα ζώα, το χορτάρι.

Κι ο άνθρωπος, στον πιο βαθύ πυρήνα του είναι τροφοσυλλέκτης, και κατόπιν κυνηγός τροφής. Κι ας έφτιαξε οικισμούς και μονιμότερες εγκαταστάσεις φιλιώνοντας με τη γη, δαμάζοντάς τη, πάντα ήταν έτοιμος να μεταχειριστεί τα δυο του πόδια, ή τα πρώτα εργαλεία που φτιάχνουν ταπεινά τα δυο του χέρια, για να μετακινηθεί, να ξεφύγει τον κίνδυνο, να αναζητήσει καλύτερη τύχη. Αν δεν μπορεί να το κάνει είναι άνθρωπος δεμένος με αλυσίδες, άνθρωπος δέντρο...

Κι εγώ δεν είμαι έτοιμη... Δεν είμαι έτοιμη για τη γιορτή, ο νους μου δεμένος με αλυσίδες, με σκοινιά, αγκυροβολημένος γύρω από το εγώ...

Οι μεγάλοι πολιτισμοί σχηματίστηκαν δίπλα στο νερό, το πλούσιο και πλωτό, γλυκό ή αλμυρό. Οι μεγάλες αφηγήσεις που ορίζουν τη ζωή, τον πολιτισμό, την πίστη συνδέονται συχνά με μια μετακίνηση.

Ο Άβραμ καλείται να φύγει από την πατρογονική γη Χαρράν στη Μεσοποταμία, να περιπλανηθεί, προτού καταλαγιάσει στη γη Χαναάν, γενεί Αβραάμ και άξιος της Διαθήκης. Η Γη της Επαγγελίας, λύτρωση από τη χώρα της σκλαβιάς είναι στην πραγματικότητα ένα ταξίδι των Εβραίων, διαμέσου της θαλάσσης, μέσα στην έρημο, μια περιπλάνηση 40 χρόνων. Η γυναίκα του Λωτ, πάλι, γίνεται στήλη άλατος, γιατί δεν μπορεί να αποχωριστεί τις γεωγραφικές συντεταγμένες ενός παρελθόντος που σκορπά το θάνατο.

Στα καθ’ ημάς, η σοφία του Οδυσσέα συνδέεται με τις περιπλανήσεις του στο μεγάλο ταξίδι επιστροφής προς την Ιθάκη. Η ανάπτυξη ενός πολιτισμού, αρχαίου, με το πέρασμα στ’ αντίπερα του Αιγαίου.

Κι εγώ δεν είμαι έτοιμη... Η βαθύτερη έγνοια της ζωής μου συνδέεται με την έννοια της ξενιτείας, αλλά η ξενιτειά είναι φαρμάκι και καημός.

Το βρέφος Ιησούς έφυγε κυνηγημένο και κατέφυγε στην Αίγυπτο για να γλιτώσει από τον βρεφοκτόνο Ηρώδη. Κινδύνευε τον έσχατο κίνδυνο.

Ο προαιώνιος Λόγος κένωσε εαυτόν, ξενιτεύτηκε από τον ουρανό, ώστε να αναδεχθεί εκουσίως την ανθρώπινη κατάσταση και να υποστεί εκουσίως τον έσχατο κίνδυνο.

Ναι αλλά εγώ δεν είμαι Αυτός... Και δεν μπορώ να παραιτηθώ από τη ζώνη της δικής μου ασφάλειας.

Οι λαοί πάντα μετακινούνταν. Και η ιστορία γνωρίζει πλήθος μεγάλες μετακινήσεις των λαών. Η κατάληξη αυτών των μετακινήσεων ήταν άλλοτε σφροδρή σύγκρουση πολεμική, άλλοτε ειρηνική διείσδυση και συνύπαρξη. Συχνά οι μετακινήσεις των λαών έθεταν σε μια οριακή κρίση όχι μόνο το επίπεδο πολιτισμού αλλά και την πνευματική, ηθική και φυσική ικμάδα ενός λαού.

Ζώντας σε μια τεχνολογική ασφάλεια, πιστεύουμε (θέλουμε να πιστεύουμε) ότι η φύση και η ιστορία μπορεί να δαμαστούν. Ότι τα προϊόντα αντιγήρανσης θα εμποδίσουν τα γηρατειά, ότι η ιατρική και η βιοτεχνολογία θα νικήσει ίσως ακόμα και το θάνατο. Μια γραμμική αντίληψη της ιστορίας γεννάει μέσα μας την ψευδαίσθηση της συνεχούς προόδου. Η γενιά μας μην έχοντας γνωρίσει πολέμους, παρά τους λεγόμενους περιφερειακούς, έχοντας μεριμνήσει για παιδιά και εγγόνια, διασφαλίσει τα γηρατειά, δυσκολεύεται πολύ με τις απροσδόκητες αλλά και αναπόδραστες ανατροπές των συνθηκών ή και της ίδιας της ζωής της.

Χτίζουμε τείχη. Κάνουμε την Ευρώπη φρούριο, να την προασπίσουμε έναντι των εξωτερικών εχθρών. Κάνουμε την Ευρώπη φυλακή, που τη μαστίζει η κλεισούρα, η αλληλοεκμετάλλευση και η χολέρα.

Ίσως έτσι να είναι... Ίσως ο ανοιχτός αέρας είναι υγεία.

Οι ‘εχθροί’ δεν είναι οπλισμένοι. Έρχονται όμως αδιάκοπα. Και μια ρητορική που αρέσκεται να θρέφει το φόβο, αυτή η ίδια που θέλει να καθυποτάξει εμάς, μας κάνει να ζούμε με φόβο και να βλέπουμε εχθρό εκεί που απλώς είναι ένας άνθρωπος. Ένας άνθρωπος άοπλος, ένας άνθρωπος σε κίνδυνο.

Και εκθρέφοντας τα πιο φονικά μας ένστιχτα μας κάνει να στρεφόμαστε εναντίον του αδυνάτου, αντί να στραφούμε εναντίον του δυνατού. Δεν αφήνει να δούμε στον άλλο τη δυνατότητα μιας σχέσης που μπορεί να χτιστεί σε πολλά επίπεδα.

Η Χίβα. Η Χίβα... Έφυγε κυνηγημένη από τα κουρδικά εδάφη του Ιράν, διωγμένη ως φεμινίστρια επειδή υποστήριζε το δικαίωμα των γυναικών στη μόρφωση –και ενώ η δασκάλα της δολοφονήθηκε–, πέρασε στο Ιράκ, από εκεί στην Τουρκία... και με τα χίλια βάσανα κατόρθωσε να φτάσει ώς εδώ. Μια νύχτα μου είπε την ιστορία της.

Τη δυνατότητα μιας σχέσης διέκρινα όταν μια πολύ ευγενική κυρία με πήρε στο τηλέφωνο, ρωτώντας με αν εκδίδουμε ποίηση. «΄Οχι», απάντησα στερεότυπα και κάπως σκαιά, «μόνο δίγλωσσες μεταφράσεις έργων μεγάλων ποιητών έχουμε μέχρι τώρα εκδώσει». Αντί στη στερότυπή μου απάντηση να αισθανθώ τη με χίλιους τρόπους εκφρασμένη ανταπάντηση «μα κι εγώ, παραγνωρισμένος μεγάλος ποιητής είμαι», κάτι διαφορετικό μου είπε η Χίβα. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς, θυμάμαι όμως ότι η πολύ μεγάλη της ευγένεια με οδήγησε να της κλείσω ραντεβού. Ραντεβού που κατέληξε στην έκδοση ενός ποιητικού βιβλίου, για το οποίο είμαι περήφανη.

Η Χίβα και σήμερα περνάει πολύ μεγάλες δυσκολίες σε αυτή τη χώρα, έχει όμως μεταφράσει Αισχύλο και πολλούς Έλληνες συγγραφείς και ποιητές στα κουρδικά, πονάει τη πατρίδα μας περισσότερο από εμάς τους ίδιους.

Δεν είμαι έτοιμη να αντέξω άλλο πόνο, θλίψη, κλάμα. Και οι πιο ευαίσθητοι από εμάς φτάνουμε να κλείνουμε τα αυτιά στη θλίψη και τον πόνο των μεταναστών, αυτών που καταλήγουν στα βαθιά μπλε νερά του Αιγαίου, αυτών που σαπίζουν στο λασπερότατο βούρκο τούτης της κοινωνίας μας. Μοιρολόι, τραγούδι, ποίηση.

Ο Ρόνι είναι ο δάσκαλός μου των αραβικών. Πριν γίνει δάσκαλός μου, ήρθε μια μέρα για να προτείνει συνεργασία με τον εκδοτικό μας οίκο. Η σπίθα του συνάντησε την τρέλα μας, και η συνεργασία άρχισε. Η συνεργασία αυτή προχώρησε σε πολλά επίπεδα και θα είχε προχωρήσει περισσότερο αν δεν ήταν τόσο δύσκολοι οι καιροί. Ο Ρόνι είναι καλός δάσκαλος. Με μαθαίνει συνέχεια πράγματα που δεν γνωρίζω, μου απαντά σε βάθος που δεν θα έφθανα ποτέ χωρίς οδηγό, με βοηθάει να κατανοήσω έναν πολιτισμό. Είμαστε φίλοι. Η παρουσία του είναι στη ζωή μου πλούτος.

Χαρά. Η παρουσία των μεταναστών είναι χαρά, και τη χαρά σπεύδει να τη συναντήσει κανείς. Ω ναι, ποτέ δεν είμαι ανέτοιμη για τη χαρά.

Χθες βράδυ ένας αγαπημένος φίλος με έκανε κοινωνό της δικής του πραγματικότητας. Τα μαζεύει με τη γυναίκα, τα παιδάκια του, και φεύγει, γι’ άλλη γη γι’ άλλα μέρη... Η χώρα μας, πατρίδα μας, μάνα μας, ήταν πολύ αφιλόξενη γι’ αυτόν.

Το είπα στην κόρη μου και κούνησε απλά, στοχαστικά το κεφάλι. Οι περισσότεροι φίλοι της, και ιδίως οι λίγο μεγαλύτεροι φίλοι της φεύγουν, σε πορεία για το άγνωστο...

Πουλάκια διαβατάρικα, πουλάκια ξενιτεμένα...

Τι κι αν φεύγεις ή αν έρχεσαι, πουλάκι, ελπίζω να δώσει ο Θεός να φας απ’ το χεράκι μου, ή να βρεθεί για σένα ψιχουλάκι και φύλλο μαντζουράνας και βασιλικού.


Το κείμενο αυτό είναι συμμετοχή σε δι-ιστολογικό αφιέρωμα με θέμα «Σύνορα- πρόσφυγες – αλληλεγγύη», με την ευκαιρία του 4ου Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ Χίου, το οποίο οργανώνεται από τη «Λάθρα;» – Επιτροπή Αλληλεγγύης στους Πρόσφυγες Χίου.

13 & 14 ΙΟΥΝΙΟΥ

“....να σπάσουμε τα σύνορα που μας χωρίζουν.” 

 


Συμμετέχουν οι:

6οΣύνταγμα Πεζικού, Βιβλιοθηκάριος

Δυοπαιδιά κυνηγούν την ευτυχία, Rubies and Clouds – Nefosis

Άβυσσος, Ερυθρό Καγκουρό.

Κοινωνία μου, την εικόνα σου βλέπω και ΔΕΝ σουμοιάζω, Rubies and Clouds – RubiRoubinakiM


Άμμος Χαλάσσης, Τσαλαπετεινός 


Είτε το γράφουν ορθά, είτε με γιώτα, Κυνοκέφαλοι

Η μετανάστευση μέσα στα θρησκευτικά κείμενα: Θρήσκευε και επαναστάτησε

9 Ιουν 2014

Εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε!

 

 

Ποιητική και Νόημα του Κοντακίου της Πεντηκοστής


Έργο του Μάρκου Καμπάνη, μια "διαφορετική" Πεντηκοστή.

 
«Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρός τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε, καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ Πανάγιον Πνεῦμα».



Με πυκνότατα νοήματα το Κοντάκιο της εορτής της Πεντηκοστής μάς ανάγει στο νόημα της γιορτής αλλά και στο νόημα του γεγονότος της Εκκλησίας.

Μια σειρά γλωσσικά παιχνίδια, όπως επαναλήψεις και αντιθέσεις, εικόνες, προσωποποιήσεις και παιχνίδια του ρυθμού, συναρθρώνουν αυτό το κορυφαίο δείγμα βυζαντινής ποίησης. Ο υμνογράφος ποιητής μάς φέρνει σε συνάντηση με το παρελθόν και το λειτουργικό παρόν, αλλά και την εικόνα της Βασιλείας, το εσχατολογικό παρόν και μέλλον.

Σε τρία μέρη, τρεις ποιητικές και μουσικές ενότητες, χωρίζεται το Κοντάκιο.

Το πρώτο από το δεύτερο μέρος διαχωρίζεται από την άνω τελεία, μια ορθή επιλογή στίξης που προτιμάται επί το πλείστον στις έντυπες εκδόσεις. Και οι δύο ημιπερίοδοι σημαδεύονται από τη λέξη ὅτε, που συνιστά επανάληψη και συνάμα ομοίαρκτη παρήχηση, ένα αγαπημένο σχήμα της βυζαντινής ποίησης σε σχέση με το λιγότερο συχνό ή ανολοκλήρωτο ομοιοτέλευτο. Δεν είναι η ρίμα το ειδοποιό γνώρισμα της βυζαντινής ποίησης, αντίθετα ο τρόπος της τέχνης της μοιάζει να προαναγγέλλει τη νεότερη ποιητική γλώσσα.

Το τρίτο μέρος χωρίζεται από το δεύτερο με ένα και, που ακολουθεί το κόμμα, καθώς αλλάζει και το υποκείμενο. Το τρίτο αυτό μέρος αποτελείται από μία κύρια πρόταση, που αφορά εμάς, στο εκάστοτε παρόν, την κοινότητα, δηλαδή την Εκκλησία που δοξάζει το Πνεύμα το Άγιο, σε αγαστή συμφωνία με όσα εκτέθηκαν προηγουμένως. Είναι μια πρόταση που έχει συμπερασματικό χαρακτήρα, είναι το μήνυμα, χαρακτηριστικό στοιχείο της τυπολογίας της βυζαντινής υμνογραφίας. Με βάση την εκάστοτε αφήγηση, ο πιστός, εν προκειμένω εμείς, η κοινότητα των πιστών είτε αιτούμεθα κάποιου αιτήματος (βοήθησον, σῶσον κ.τ.λ.) είτε υμνούμε και δοξάζουμε. Ο δοξαστικός χαρακτήρας της κατακλείδας τονίζει ακόμα περισσότερο τον πανηγυρικό χαρακτήρα της μεγάλης γιορτής.

Τα δύο πρώτα μέρη που εισάγονται με το ὅτε / ὅτε αποτελούνται από μία δευτερεύουσα και μία κύρια πρόταση το καθένα. Η δευτερεύουσα πρόταση προσδιορίζει και στις δύο περιπτώσεις τις χωροχρονικές συντεταγμένες, το εκάστοτε πλαίσιο, ενώ το κέντρο του νοηματικού βάρους πέφτει ασφαλώς στην κύρια πρόταση και τις δύο φορές. Και στις δύο δευτερεύουσες προτάσεις επαναλαμβάνεται ο τύπος τὰς γλώσσας, με διαφορετική κάθε φορά σημασία, μετεωριζόμενη από την αρχική αντονομασία από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο νόημα (από τη γλώσσα που κινείται σάρκινη μέσα στο στόμα μας, στο παραγόμενο προϊόν της δράσης της) σε μια ιδιότυπη κυριολεξία του σχήματος, που όμως συνιστά και πάλι σαφή μεταφορά, εφόσον ο λόγος δεν είναι για τη σάρκινη γλώσσα του σώματος αλλά για την πύρινη γλώσσα, τη δηλωτική της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Η πρώτη δευτερεύουσα πρόταση επικουρείται και από μια μετοχή αορίστου η οποία συνοδεύει το ρήμα της πρότασης ενισχύοντας την ενέργειά του με μια συνοδευτική νοηματική αλληλουχία, αλλά και συμβάλλοντας στη δημιουργία ρυθμού (καταβάς / συνέχεε). Η δεύτερη πρόταση ακολουθεί απολύτως το ρυθμό με το υπερβατό της σχήμα (τοῦ πυρός τὰς γλώσσας).

Και αν τα στοιχεία αυτά διαμορφώνουν έναν μετρικό, σχεδόν χορευτικό ρυθμό, ο ρυθμός εν ευρυτέρα εννοία ενισχύεται από μια σειρά ευθείες ή συγκεκαλυμμένες αντιθέσεις:

[1] ὅτε / ὅτε. Οι εισαγωγικοί χρονικοί σύνδεσμοι είναι όχι μόνο ομόηχοι αλλά και ταυτόσημοι, εντούτοις μετέχουν πλήρως στο παιχνίδι μιας όχι προφανούς αντίθεσης, που απαιτεί την ενέργεια του ακροατή για να την ξεκλειδώσει, καθιστώντας το ποιητικό παιχνίδι ενδιαφέρον. Και τα δύο ὅτε συνοδεύονται από ρήματα αορίστου χρόνου, αναφέρονται δηλαδή σε γεγονότα ιστορικά, γεγονότα του παρελθόντος.

Η πρώτη περίπτωση αναφέρεται σε γεγονότα που διαδραματίστηκαν σε απροσδιόριστους χρόνους και καιρούς αρχέγονους, προϊστορικούς, που περιγράφονται στην Παλαιά Διαθήκη, ενώ η δεύτερη περίπτωση σε ένα εγγύτερο παρελθόν, το οποίο εύκολα και με σαφήνεια ανακαλεί η συλλογική ιστορική μνήμη, τοποθετείται σαφώς στο χρόνο και έχει καταστατική σημασία για την ίδρυση της Εκκλησίας.

Εδώ προϋποτίθεται ένας ενήμερος, επαρκής θα λέγαμε, ακροατής, που θα ξεκλειδώσει την ελλειπτικότητα του νοήματος και θα ταυτίσει τη μεν πρώτη περίπτωση με τον πύργο της Βαβέλ, τη δε δεύτερη με τα γεγονότα της Πεντηκοστής. Τα γεγονότα όμως της Πεντηκοστής, πέρα από την ιστορική τους σημασία, δεν είναι ακραιφνώς ιστορικά, παρελθοντικά. Η αναφορά είναι στη γιορτή της ημέρας. Συνεπώς, τα γεγονότα ξεδιπλώνονται παροντικά στον λειτουργικό χρόνο, όπως επίσης είναι συνάμα και αποκαλυπτικά των έσχατων καιρών.

Στην πραγματικότητα η ταυτοσημία των λέξεων καλύπτει και αποκαλύπτει σε ένα ποιητικό παιχνίδι τη διάσταση, ή μάλλον αντίθεση, από το χθες στο σήμερα. Κατά βάση το χθες ξεπερνιέται στο πλαίσιο της Πεντηκοστής, ένα γεγονός που συγκεφαλαιώνει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.

[2] Η χρονική αντίθεση υπογραμμίζεται παράλληλα από την ουσιώδη νοηματική αντίθεση των δύο καταστάσεων. Στην πρώτη περίπτωση κατεβαίνει ο Ύψιστος, σε μια δυναμική πορεία, που τονίζεται από άλλη μια δευτερεύουσα αντίθεση [καταβάς / Ὕψιστος] [3], και συγχέει τις γλώσσες, και χωρίζει (διαμερίζει) τα έθνη. Τα έθνη γίνονται μέρος, ενώ η σύγχυση των γλωσσών σημαδεύει την απώλεια του καθόλου, της καθολικότητας και του νοήματος της ζωής. Αντίθετα, στην δεύτερη περίπτωση, την ημέρα της Πεντηκοστής διανέμει (μοιράζει σε μια διαίρεση που γίνεται πολλαπλασιασμός, πλούτος, πληρότητα) τις γλώσσες του πυρός για να καλέσει τους πάντες σε ενότητα. Οι γλώσσες του πυρός είναι μια αντονομασία και συνάμα μετωνυμία και συνεκδοχή του Αγίου Πνεύματος, μια αλληγορία και συνάμα κυριολεξία από την έποψη της οπτικής αποκάλυψης και αποτύπωσης του γεγονότος. Η χρήση όμως του πληθυντικού αριθμού δεν είναι τυχαία. [4] Γιατί υπηρετεί ξανά την ποιητική των αντιθέσεων. Τα πολλά εδώ, και ξανά ένα παιχνίδι συνειρμών μεταξύ γλωσσών και γλωσσών, καλούν σε ενότητα. Η αρχέγονη πορεία προς τον κατακερματισμό και τη διάσταση, λόγω της έπαρσης του ανθρώπου να θελήσει να φτάσει τον Θεό κατασκευάζοντας τον πύργο της Βαβέλ, ανακόπτεται και αναστρέφεται. Τα διεστώτα καλούνται και πραγματώνουν την ενότητα, και η εν Αγίω Πνεύματι ενότητα γύρω από το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, είναι ταυτόσημη με την καθολικότητα του νοήματος, με την πληρότητα της αλήθειας, με την πραγμάτωση της ανάστασης.

Η ανάλυση του Κοντακίου της Πεντηκοστής θα είχε να δώσει πολλές ακόμα εκπλήξεις και χαρές σε κάθε εξερευνητή των δρόμων της ποίησης. Θα αφήσουμε όμως την ανάλυση, για μια συνολική ανασύνθεση του νοήματος, κάνοντας χώρο στη ...

Η συνέχεια εδώ!

8 Ιουν 2014

Απ’ την Καλή κι απ’ την Ανάποδη


Θεόδωρος Στάμος, Χωρίς τίτλο




Απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη
Πλέκει τις λέξεις
Διάτρητο το ποίημα
Δίκαια ισχνό το χειροκρότημα

Της σιωπής εξυφαίνεται
Συνωμοσία
Στην παραγωγική της φαντασία
Που αναζητά
Λόγους αιτίες
Βολικές δικαιολογίες
Το δάκρυ της κυλάει στο λαιμό
Στο στήθος της κυλάει

Και όταν εκείνη σταματήσει να
Χαϊδεύεται
Και όταν το παρατηρήσει
Αντικειμενικά
Μες στο κυρτό του σχήμα
Καθρεφτίζεται

Ολοκάθαρη
Γιγάντια
Φωτισμένη
Ανελέητη

Η κακοτεχνία

Γυμνή και τσακισμένη
Μετεωρίζεται
Με στομωμένα αισθήματα
Κορεσμένη διάθεση
Ταπεινό ρεαλισμό
Στίβει το μουσκεμένο
Κουρελάκι του είναι της
Ξαναρχινά απ’ την αρχή

Ξαναπιάνει το πλεχτό
Των λέξεων
Πριν έρθει χειμώνας

6 Ιουν 2014

Γέννα



Θεόδωρος Στάμος, "Low Sun, Blue Bar" (1962)

Στον Γ. και τη Δ.



Σημάδι κόκκινο σ’ υπόλευκο καμβά
Ήχος πνιχτός σ’ ένα χαλί θορύβου
Κελάηδημα χορδής σε μπάσα
Συνεύρεση κρουστών

Εφίδρωση εκκρίσεις
Αποβολή περιττωμάτων
Σπασμοί πόνοι βογγητά
Εσχάτη απίσχναση του σώματος
Ευτελισμός αυτοπαράδοση
Αντίσταση σβήσιμο

Και να και να εκεί που
Θάνατος μικρός
Προτύπωση ανάστασης
Έρχεται η νέα ζωή
Δειλή και ζαρωμένη
Μέσα απ’ τα σπλάχνα της ντροπής
Και της χαράς τα σπλάχνα

Αρχίζει το ισοκράτημα
Σταυροειδούς μελωδίας
Τα υψηλά εν τη ταπεινώσει
Γυναικείου ολοστρόγγυλλου κορμιού
Στη γήινη σφαίρα της χοϊκότητας
Στην καθολικότητα βαθύ γαλάζιου
Έναστρου τρούλου

Παύση και αναπαύονται τα μέλη
Ανταμώνουν τα μάτια
Η ζωή αρχινά ανεπίγνωστη
Το μεγάλο ταξίδι

Οι συγγενείς κι ο ποιητής
Σαν μοίρες μυροφόρες το μοιραίνουν
Διακριτικά παράμερα
Κάπως σεβαστικά
Πατρίδα σου
Ο κήπος του χαμομηλιού και της ελιάς