21 Μαΐ 2013

Κωνσταντίνου και Ελένης





Οι γιορτές, σταθμοί στη ζωή μας, όπου μένει κανείς για λίγο ν’ απαγκιάσει. «Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόχευτος», λέει ένα γνωμικό που αποδίδεται στον Δημόκριτο.

Γιορτή στην καρδιά της άνοιξης, πάντα φέρνει εαρινές μοσχοβολιές, μαυλιστικές θύμησες και αναμνήσεις γλυκιές. Μα δεν θα σταθώ στις πάμπολλες αναμνήσεις αυτής της γιορτής, αλλά σε μια μέρα που έβρεχε και ήμουν στην Καλλιδρομίου, σε ένα από τα γνωστά μπαράκια με τους συνήθως εκλεκτούς θαμώνες. Μόλις είχα γυρίσει από εκδήλωση βιβλιοπαρουσίασης, όπου ήμουν ομιλήτρια. Μια κριτική αποτύπωση του έργου του Χρήστου Γιανναρά ήταν το θέμα μου, και το τιμώμενο πρόσωπο συγκινημένο. Ο εκδότης Δ.Κ. μας τραπέζωσε πλουσιοπάροχα, και κατόπιν ένας φίλος συνάδελφος κι εγώ ανηφορίσαμε προς την Καλλιδρομίου. Ψιλοκουβεντιάζαμε οι δυο μας για λίγο μέχρι που έσκασε μύτη ο πρώτος γνωστός μου. Συγγραφέας, θεατροκριτικός, οξυνούστατος στοχαστής και σπαρταριστός αφηγητής, «διανοούμενος ελευθέρας βοσκής», όπως περιέγραφε ο ίδιος τον εαυτό του. Τις μικρές ώρες μαζευόταν αυτή η παρέα. Κάθισε μαζί μας και λίγο λίγο ήρθαν κι άλλοι, οι περισσότεροι άγνωστοι και μιλούσαμε και γελάγαμε με αμεριμνησία. Πρώτη φορά συνάντησα και τον τελευταίο που στρώθηκε απρόσκλητος στο τραπέζι μας, γνωστό ποιητή και γνωστό επίσης για τα φαρμακερά του σχόλια. Έκτοτε τον συνάντησα και άλλες πολλές φορές και εκτίμησα το σπιρτόζο πνεύμα του, που όμως ξεδιπλωνόταν μετά το πρώτο ποτήρι ουίσκι και έσβηνε γρήγορα μετά το τέταρτο.

Η γνωριμία μας ήταν επεισοδιακή. Γιατί μόλις έτυχε να πληροφορηθεί ότι είμαι θεολόγος, κάτι που ήταν αναπόφευκτο αφού ακόμα σχολιάζαμε τα της βιβλιοπαρουσίασης, και θεώρησε πρέπον να εκφράσει με πάσα πληρότητα την άποψή του για τη θεολογία και τον χριστιανισμό. «Η καταστροφή της αρχαίας κουλτούρας» ήταν με λίγα λόγια ο χριστιανισμός, και με υπεροψία που θα ζήλευαν πολλοί διανοούμενοι αλλά και με τη βεβαιότητα ότι η άποψή του συνοψίζει το άκρον άωτον της καινοτομίας και την αιχμή της προόδου, συνέχιζε ακάθεκτος. Τώρα όμως, του πνεύματος βοηθουμένου υπό του οινοπνεύματος, η ιδεολογική διαφώτιση διολίσθαινε σε αστεία με τα οποία κακάριζε το φιλοθεάμον ακροατήριο, πλην όμως όλο και πιο χοντροκομμένα. Οι θύραθεν φίλοι μου δεν ήταν διόλου υποψιασμένοι για κάποιες ολισθηρές γωνιές της αρχαιολατρίας, όπως είμαστε εν μέρει σήμερα. Ο θεολόγος συνάδελφός μου είχε προσβληθεί, κυρίως για χάρη μου, η θερμοκρασία ανέβαινε επικίνδυνα. Προσωπικά δεν μιλώ σχεδόν ποτέ για θεολογικά ζητήματα σε μεγάλες παρέες και ποτέ αν δεν ρωτηθώ με πραγματικό ενδιαφέρον. Έτσι, γελούσα, ανταπαντούσα με αστεία μέχρις ενός σημείου, μέχρι το σημείο που σηκώθηκε όρθιος και με περισσό ζήλο δήλωσε: «Πόσο κρίμα είναι που οι χριστιανοί δεν εξοντώθηκαν όλοι στους διωγμούς του Νέρωνα, του Δεκίου και του Διοκλητιανού!» Η παρέα πάγωσε. «Άντε βρε παιδί μου, μολόγα το επιτέλους ποια είναι τα πρότυπά σου. Πες ότι πίσω από το διαφωτισμό κρύβεται ένας Ροβεσπιέρος! Παράτα τον ανθρωπισμό, το διαφωτισμό, την αρχαιότητα και πήγαινε στη Ρώμη! Εκεί το θέαμα, εκεί το αίμα, εκεί η δύναμη, εκεί το Κολοσσαίο…».

Είχα τραβήξει σπαθί. Και ετοιμαζόμουν για κανονική μονομαχία μέχρι τελικής πτώσεως. Όμως τότε, ο «διανοούμενος ελευθέρας βοσκής» έπρεπε να φύγει, γιατί είχε άλλο ραντεβού σε άλλο μπαράκι, και η παρέα διάλυσε. Μείναμε οι δυο συνάδελφοι, ο «ανθρωπιστής» ποιητής και η φίλη του. «Και τώρα οι δυο μας», του είπα με στόμφο, αφού κρατιόμουν τόση ώρα, σεβόμενη την παρέα. Μα εκείνος γέλασε γλυκά και μου υπέδειξε με τον τρόπο του ότι η παράσταση δεν ανεβαίνει δίχως θεατές. Από τότε δεν έχουμε ξανατσακωθεί ποτέ.

Αυτό το επεισόδιο, το χαμένο στη μνήμη, το θυμήθηκα σήμερα, ανήμερα του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

«Ένας φονιάς, ένας πολυδολοφόνος ήταν», έλεγε η φιλόλογος του σχολείου. Ναι, αλλά αυτό ισχύει για κάθε πολιτικό ηγέτη, σκεφτόμουν! Και το μεγαλείο του κρίνεται όχι από την άσπιλη και αμόλυντη διαγωγή του σε βίο και πολιτεία, αλλά από το αποτέλεσμα της διακυβέρνησής του και μάλιστα σε ιστορική διάσταση.

Ξένη προς τους μεμψίμοιρους λογισμούς νομικιστών ηθικολόγων φιλολόγων (και ω! ας μου συγχωρεθεί αυτή η μειωτική χρήση της υπέροχης λέξης «φιλολογία», που έχει όμως καταβαραθρωθεί στο βωμό της μιζέριας μιας σχολαίας καθημερινότητας, καταντώντας σκέτος ευφημισμός), η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και μάλιστα ισαπόστολο. Γιατί πάνω και πέρα από τους πολέμους του με τρόπο μειλίχιο άλλαξε το ρου της ιστορίας.

Κατά τρόπο παράδοξο όμως, ο Μ. Κωνσταντίνος τιμήθηκε και από τον επίγονό του Ιουλιανό, τον επιλεγόμενο και Παραβάτη ή Αποστάτη. Ο Ιουλιανός, αν και θέλησε να αναστήσει την αρχαία λατρεία, ποτέ δεν ξεπέρασε τη μορφή-ορόσημο του Κωνσταντίνου Χλωρού. Αντιθέτως, είχε πάντα ως πρότυπο τις μεθόδους και τη συμπεριφορά του, οι οποίες ήταν οδηγητικές για την πορεία του, έστω στο αντίθετο ρεύμα.

Κάποια φορά θα γράψω για όλα αυτά κάτι παραπάνω από σημείωμα, αλλά την ώρα τούτη σκέφτομαι απλώς, πως ο Κωνσταντίνος έμπαινε στη Ρώμη, αλλά ποτέ δεν πήγε στο Κολοσσαίο, όπου του ετοιμαζόταν θριαμβευτική υποδοχή. Και μόνο γι’ αυτό ήταν παλικάρι.

Όσο για την αγιοποίησή του από την Εκκλησία, που αποδίδεται από όλους αυτούς τους Τζέκιλ και Χάιντ της Ιστορίας σε επιλογή συμφέροντος, νομίζω ότι πέρα από οτιδήποτε άλλο δείχνει μια μοναδική αλήθεια της χριστιανικής σκέψης. Η αγιότητα δεν είναι ένα ισοζύγιο πράξεων, ενάρετων και αμαρτωλών, αλλά είναι η βαθύτατη υπαρκτική σπουδαιότητα του προσώπου. Όχι τι έχεις, όχι τι κάνεις, όχι πόσο μάλλον τι λάθη έχεις κάνει, αλλά ποιος είσαι.

Και υπ’ αυτή την έννοια παραμένουμε ξένοι προς κάθε ηθικισμό, και εραστές του όντος πολιτισμού.

Χρόνια πολλά, Κωνσταντίνε, χρόνια πολλά, Ελένη!

19 Μαΐ 2013

Mein Berlin



Mein Berlin...

Έχω σπίτι μου ένα άγαλμα, που το λέμε “Αγκάλιασμα”. Μπετό και σίδερο που το λυγίσαμε και του δώσαμε μορφή… Το έφτιαξα με εκείνον από ένα κομμάτι του τείχους, που ξηλώσαμε με τα χέρια μας. Ποτέ δεν έζησα στην πόλη αυτή… Τη γνώρισα όμως από την ανατολή προς τη δύση. Αγάπησα τη γκρίζα της ανατολή, των ζεστών ανθρώπων, και ταράχτηκα με το φανταχτερό κάποιων δυτικοβερολινέζων. Μου σχολίαζαν ήδη από την πρώτη στιγμή της διέλευσης, από ανατολή σε δύση, βαυκαλιζόμενοι με τη δική τους υποτιθέμενη υπεροχή. Αυτά τη δεκαετία του ’80.

Το ’90 ήμουν στ’ αλήθεια εκεί, εκεί που χτυπούσε η καρδιά της ευρωπαϊκής ηπείρου. Εκεί, τότε, συλλάβαμε την κόρη μας, καθώς κι η δική μας καρδιά χτυπούσε σε πρωτόγνωρους ρυθμούς…

Η πόλη νησί πάνω σε θάλασσα σταχτιά. Η πόλη του μυστηρίου. Η πόλη του έρωτα και της επανάστασης. Η πόλη της συμφιλίωσης. Η πόλη των διαδηλώσεων. Η πόλη που έκλεισε τις πληγές του διχασμού… Η ανθρωπογεωγραφία της, μια μοναδική ποικιλία… Τα φθαρμένα παπούτσια και τα γκριζωπά ρούχα, απ’ τη μια… τα ατσαλάκωτα κουστούμια και η αυθάδεια από την άλλη. Κι ανάμεσα ένας παράξενος, πολύχρωμος κόσμος, καλλιτεχνών, διανοουμένων, φοιτητών…

Επισκέφτηκα το Μουσείο του Βερολίνο με το βωμό της Περγάμου. Από το βωμό πήρε το όνομά του, Pergamonmuseum. Μαζί μας ήταν ένα ζευγάρι Γερμανών. Στεναχωρήθηκα, θύμωσα και αντέδρασα, σαν είδα το μνημείο. Η γνωστή απολογητική του ανδρός: «Αφού εκεί δεν μπορούν να τα φυλάξουν, ούτε να τα αξιοποιήσουν». Αριστερός, υψηλός διανοητής, τον είχα γνωρίσει σε ένα σεμινάριο για τον Πίτερ Βάις (Peter Weiß) στο Αμβούργο, και μου είχε γνωρίσει ξανά την ελληνική μυθολογία μέσω του βιβλίου του Βάις, Η Αισθητική της Αντίστασης. Και όμως, επέμενε, στην υπεροχική του στάση. Όπως κι εμείς στην αντίσταση και την αισθητική της. Η φίλη του και στενή φίλη μου, με μισές ρίζες ιταλικές, συμφωνώντας ενεργά μαζί μου, δυστύχησε τη μέρα εκείνη. Η επίσκεψη τελείωσε με δάκρυα και σιωπή.

Την ίδια περίοδο εργαζόμουν στο Πανεπιστήμιο της Μαρβούργης. Δίδασκα και μετείχα σε όλες τις διαδικασίες. Ήταν μια από τις οάσεις της ζωής μου. Γυρίζοντας πνίγηκα στο βάλτο των ακαδημαϊκών πραγμάτων στην Ελλάδα. Ο γερμανός καθηγητής μου έχει έρθει στην Ελλάδα τρεις φορές από τότε. Τις μόνες σχεδόν που είχα ξανά την ευκαιρία να μιλήσω γερμανικά, την υπέροχη αυτή γλώσσα του Γκέτε και του Σίλερ, που βιάσθηκε και βιάζεται και σήμερα από τον ξύλινο λόγο πολιτικών.

Ταραγμένος ο καθηγητής μου από τη θέση μου για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα και τη γνώμη μου για τη γερμανική πολιτική σκηνή, εκτίμησε πάντως δεόντως ένα ποίημα, το μόνο που έχω γράψει στα γερμανικά (2011). Ένα ποίημα άκρως καταγγελτικό.

Διχασμένη ανάμεσα σε αναμνήσεις, διαψεύσεις και όνειρα, για τη Γερμανία και το Βερολίνο, περιμένω αυτές τις μέρες τον καθηγητή μου, με ιδιαίτερη χαρά. Όπως κάθε άνθρωπο που ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο, ένα παράθυρο στο φως.

Μια ένταση ανάμεσα στο προσωπικό και το πολιτικό θα μας σημαδέψει.

Στο Βερολίνο επέστρεψα μια δυο φορές και παρακολουθούσα τη δειλή αρχικά, πλήρη αργότερα μεταμόρφωση. Έχασα τα σημάδια μου. Σήμερα πια συνδέω την ευρωπαϊκή μητρόπολη, την πόλη των αντιθέσεων, με ακούσματα ενός δημόσιου λόγου που μοιάζει με κρώξιμο κουρούνας. Das ist nicht mein Berlin. Δεν με συνδέει πια τίποτε, παρά η μνήμη, που τη στρατωνίζω σε λογική παράταξη. Μια ελπίδα ανομολόγητη, μια ουτοπία, ίσως φενάκη και πάνω απ’ όλα το δάκρυ της διάψευσης…

Wie toll!

Gesang einer erniedrigten Heimat

Es regnet.
In unserem sonnengesegneten Land
Es regnet unheimlich.
Ein reicher Bach
Fließt dem Strom
Unserer Wut entgegen.
Die Krankenschwester aus dem Osten
Spielt ihre sadistische Spiele
Weiter fort.
Die wahren Intentionen
Ziehen sich aus jedem
Vortext heraus.
Der schlimme nackte Körper
Des Ungeheuers
Glänzt in all seinen
Metallischen Teilen.

Wir zittern in dem leeren Raum
Eines Vacuums
Der unser Lebensraum wird.
Von nun an
Das Fürchten und das Zittern
Unsere Heimat...

Aber hasch...
Raus dieses Teufels-Reich
Schreit die helle unreife Stimme
Eines jungen Knaben.

Wir lächeln.
Arm, nackt und sorgenfrei
Lächeln wir und tanzen.
Das Ungeheuer wundert sich.
Der Sonne bestrahlt unseren
Dunklen himmelschönen nackten Körper.
Die Tropfen des Regens
Ein leiser Segen.

Wir besitzen gar nichts.
Wir sind frei.
Wir lachen und tanzen
Den Halleluja-Blues
Indem wir uns            unbewußt
Auf dem Weg
Unseres Herrn
Befinden
Des gekreuzigten
Und auferstandenen.

Wir sind kein Volk
Wir sind Mohnblumen.

Το τραγούδι μιασ ταπεινωμενησ πατριδασ
[Μεταφραστική Απόπειρα]

Βρέχει.
Στὴ γῆ μας τὴν εὐλογημένη ἀπὸ τὸν ἥλιο
Βρέχει τρομερά.
Ἕνα πλούσιο ρυάκι *
Ἔρχεται νὰ συναντήσει
Τὸ ἄγριο ρεῦμα τῆς ὀργῆς μας.
Ἡ νοσοκόμα ἐξ ἀνατολῶν
Συνεχίζει νὰ παίζει
Τὰ σαδιστικά της παιχνίδια.
Οἱ ἀληθινὲς προθέσεις
Ἀπεκδύονται
Κάθε πρόσχημα.
Τὸ ἄσχημο γυμνὸ κορμὶ
Τοῦ τέρατος
Γυαλίζει
Σὲ ὅλα τὰ μεταλλικά του μέρη.

Τρέμουμε στὸν κενὸ χῶρο
Ἑνὸς vacuum
Ποὺ μέλλεται νὰ γίνει
Ὁ ζωτικός μας χῶρος.
Ἀπὸ ἐδῶ καὶ μπρός
Ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος
Πατρίδα μας...

Ἀλλά...
Κάτω τοῦτο τὸ διαβολοβασίλειο
Φωνάζει μιὰ ἀνοιχτὴ ἄγουρη φωνὴ
Νεαροῦ ἀγοριοῦ.

Χαμογελᾶμε.
Φτωχοί, γυμνοὶ κι ἀνέμελοι
Χαμογελᾶμε καὶ χορεύουμε.
Τὸ τέρας ἀπορεῖ.
Ὁ ἥλιος χαϊδεύει
Τὰ σκουρόχρωμα
Θεϊκὰ γυμνά μας σώματα.
Οἱ στάλες τῆς βροχῆς
Μιὰ σιγαλὴ εὐλογία.

Δὲν κατέχουμε τίποτα.
Εἴμαστε ἐλεύθεροι.
Γελᾶμε καὶ χορεύουμε
Τοῦ Ἀλληλούια τὸν ἀργὸ χορὸ
Καθὼς            ἀνεπίγνωστα
Πορευόμαστε
Τὸ δρόμο
Τοῦ Κυρίου μας,
Τοῦ Σταυρωμένου
Κι Ἀναστημένου.

Ἐμεῖς δὲν εἴμαστε λαός
Εἴμαστε παπαροῦνες.


* Πρόκειται γιὰ λογοπαίγνιο. Στὸ πρωτότυπο "reicher Bach" θυμίζει τὸ ὄνομα τοῦ Reichenbach.


Αρκετό καιρό είχα στο νου μου να γράψω κάτι τέτοιο. Αφορμή όμως για το κείμενο ήταν ένα ομώνυμο στο blog του Silentcrossing, που με μάγεψε, μου ξύπνησε αναμνήσεις και έδωσε το έναυσμα για ένα αρχικό σχόλιο, που αργότερα αναπτύχθηκε και συνδέθηκε με ένα παλιότερο ποίημα και ένα γεγονός.
 

18 Μαΐ 2013

Μαΐστρος, Κοινότητα Γραμμάτων και Τεχνών





Ένα νέο ιστολόγιο μόλις γεννήθηκε. Όχι τόσο προσωπικό, όσο Ο Ήχος του Ανέμου. Περισσότερο θα λειτουργεί ως το ιστολόγιο μιας κοινότητας που έχει κοινές αγάπες και ενδιαφέροντα και νιώθει την ανάγκη για μια πιο ζωντανή και διαδραστική επικοινωνία.

Νεογνό το ιστολόγιο, κι εμείς πρωτόπειροι σε κάτι τέτοιο, προχωράμε διστακτικά και εξερευνητικά, αλλά και με το αίσθημα της χαράς που γεννούν τα καινούργια πράγματα. Θα συναντηθούμε στην πορεία. Γιατί το ζητούμενο είναι η κοινότητα, στην οποία και σας καλωσορίζω.



16 Μαΐ 2013

Χριστιανοί και Αριστεροί

Μια Αυθεντική Συνάντηση


Μαρκ Σαγκάλ, Το Γκρίζο Σπίτι, 1917



Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε σε λίγο πιο συνεπτυγμένη μορφή στην Εφημερίδα των Συντακτών, Τρίτη 14 Μαΐου 2013, Έτος 1ο, Αρ. φύλλου 150, σ. 9.

Η αυθεντικότητα είναι προϋπόθεση κάθε αληθινής συνάντησης. Κατ’ επέκταση είναι προϋπόθεση κάθε αυθεντικού διαλόγου, ιδίως εκείνου του οποίου ο σκοπός ενυπάρχει στην ίδια τη διαδικασία του διαλόγου. Τούτο αφορά κάθε διαπροσωπική συνάντηση, είτε αυτή είναι φιλική, ερωτική ή άλλου είδους, αλλά και κάθε πολιτική συνάντηση συλλογικών υποκειμένων.

Οι φιλίες της παιδικής ηλικίας, ακόμα κι αν έχουν χαράξει τη ζωή μας ανεξίτηλα, φθίνουν και χάνονται, ενώ αντικαθίστανται από ωριμότερες φιλίες. Οι έρωτες της εφηβικής ηλικίας, παιχνίδι στο χώρο του μαγικού, σπανίως έχουν διάρκεια, και αιτία δεν είναι η έλλειψη πρόθεσης. Η προθετικότητα των ερωτευμένων στα πρώτα τους ερωτικά σκιρτήματα είναι, αντιθέτως μαξιμαλιστική. Ο ρομαντισμός κι η νιότη υποβάλλουν την ψευδαίσθηση ότι θα διαρκέσουν για πάντα. Και εντούτοις, η πραγματικότητα συνήθως διαψεύδει οικτρά τις προσδοκίες, καθώς δεν είναι μόνο οι εξωτερικές συνθήκες, αλλά και οι εσωτερικές, βαθύτατες προϋποθέσεις που σχετίζονται με το αδιαμόρφωτο της προσωπικότητας, το ανώριμο ή ρευστό και κατ’ επέκταση θολό τοπίο της ανθρώπινης τοπιογραφίας.

Κάπως ανάλογα ισχύει και στη συνάντηση κοινωνικών και πολιτικών χώρων, ή στο διάλογο θρησκειών και ιδεολογιών.

Και ο νους μας τρέχει στην ανάγκη και επιθυμία συνάντησης χριστιανών και αριστερών. Μια συνάντηση που την καλλιεργούν και την ενθαρρύνουν όχι μόνο οι άνθρωποι εκείνοι που συνδυάζουν άρρηκτα δεμένες στο πρόσωπό τους και τις δυο ταυτότητες, αλλά και εκείνοι που βλέπουν στον άλλο δυνατότητες μιας δυναμικής συνάντησης, μιας γόνιμης ζεύξης, μιας ευκαιρίας αυτοκριτικής και συμπλήρωσης του εαυτού.

Οι επιτακτικές ανάγκες για συμμαχίες υγιών δυνάμεων στο κοινωνικό πεδίο, σε συνδυασμό με την τραγική κοινωνική πραγματικότητα και τα δεινά ενός βασανισμένου λαού και μιας αγωνιώσας κοινωνίας, ενισχύουν την επιθυμία, την οχυρώνουν με την ανάγκη, που παίρνει χαρακτήρα εκρηκτικό και επείγοντα.

Προϋπόθεση για τη γονιμοποιό αυτή συνάντηση είναι η αυθεντικότητα της ιδίας ταυτότητας είτε στην αριστερά είτε στην πίστη.

Ιδιωτικές ταυτότητες φιλοσοφικού τύπου, οι οποίες ερανίζονται στοιχεία από την πίστη με τρόπο εκλεκτικό, δεν πληρούν την προϋπόθεση της αυθεντικότητας. Διότι συνήθως έλκονται από πολιτισμικά και δευτερογενή στοιχεία της Ορθοδοξίας,σε μια νοσταλγική δίψα για ένα εξιδανικευμένο, παραδείσιο παρελθόν… Όχι μόνο πρόκειται για μια δραματική αλλά συνηθέστατη παρανάγνωση της ιστορίας, αλλά και για απώλεια προοπτικής. Οι οιονεί «πρωτότυπες» αυτές συνθέσεις, προσπορίζουν κύρος και δόξα ατομική στους εμπνευστές τους, διασφαλίζουν συχνά ακαδημαϊκές καριέρες και αναγνώριση, αλλά δεν εντάσσονται σε μια κοινωνική δυναμική, ούτε εκφράζουν την αλήθεια μιας λατρεύουσας κοινότητας, γιατί και δεν το επιδιώκουν.

Μια φερώνυμη «αριστερή» ταυτότητα, εξάλλου, που εκλαμβάνει την αριστεροφροσύνη ως μια αόριστη «πρόοδο», ένα είδος life style, ένα επίκτητο εξάρτημα του είναι, επίσης δεν πληρεί την προϋπόθεση της αυθεντικότητας.

Τι είναι πίστη ορίζεται στην παράδοση της Εκκλησίας και βιώνεται στην ευχαριστιακή κοινότητα, όπου ο πιστός κοινωνεί σώμα και αίμα Χριστού και γεύεται τη Βασιλεία Του. Η Εκκλησία πάντως δεν είναι μια νομενκλατούρα, είτε των δεσποτάδων, είτε των διανοοουμένων εκείνων που, ακριβώς για να την αξιοποιήσουν σε μια φιλοσοφικοϊδεολογική σύνθεση, αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της ως ζώσας κοινότητας, ως σώματος Χριστού.

Τι είναι αριστερά είναι ένα συνθετότερο ζήτημα, ανοιχτό σε περισσότερες απαντήσεις. Εντούτοις, όπως λέει ο Νικόλας Σεβαστάκης, η Αριστερά «προσγειώνεται στο έδαφος της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας και των αντιθέσεών της».[1] Και ο Περικλής Κοροβέσης λέει ότι «όπως όλες οι λέξεις, έτσι και η λέξη «Αριστερά» δεν έχει νόημα, αλλά ερμηνεία. […] Πολλά πράγματα φαίνονται Αριστερά, αλλά δεν είναι».[2]

Και ενώ διεθνώς ο καπιταλισμός αλλάζει και οι προβληματισμοί δίνουν και παίρνουν για το τι είναι αριστερά σήμερα, ένα στοιχείο συνάντησης χριστιανών και αριστεράς είναι δεδομένο, και συνδέεται με την 11η θέση του Μαρξ για τον Φόιερμπαχ.[3] Όπως «το νόημα της φιλοσοφίας δεν είναι να ερμηνεύσει, αλλά να αλλάξει τον κόσμο», έτσι και η χριστιανική πίστη ήταν εξαρχής μια δύναμη μεταμορφωτική.

Παρά τις κατηγορίες που θα μπορούσε ενδεχομένως κανείς να της προσάψει, ότι το όραμα της Βασιλείας του Θεού μεταθέτει το ζητούμενο σε μια μεταφυσική σφαίρα, ενώ η ίδια διδάσκει τη στωικότητα και την υπομονή στο παρόν, λειτουργώντας ως όπιο, τα πράγμα δεν είναι ακριβώς έτσι. Γιατί μια τέτοια μετάθεση δεν είναι αυθεντική έκφραση της πίστης, όπως ακριβώς μια ενδοκοσμική μεταφυσική μετάθεση στο απώτατο μέλλον της ιδέας της επανάστασης, ενώ κανείς αρκείται απλώς σε επαναστατική προγύμναση στο παρόν, δεν είναι αυθεντική έκφραση της αριστεράς και λειτουργεί ως όπιο.

Οι πιστοί θέλουμε να προγευτούμε τώρα τη Βασιλεία του Θεού, όπως καθημερινά προσευχόμαστε «ελθέτω η βασιλεία Σου ως εν ουρανώ και επί της γης». Να ζήσουμε τώρα σε μια πραγματικότητα που εξεικονίζει τα έσχατα. Και οι αριστεροί θέλουμε να παρεμποδίσουμε την αδικία και την εκμετάλλευση, την αλλοτρίωση και την ισοπέδωση του ανθρώπινου προσώπου, να στηρίξουμε τη δικαιοσύνη στο τώρα.

Στο πώς θα επιτευχθεί αυτό, οι χριστιανοί έχουμε πολλά να κερδίσουμε από την εμπειρία της αριστεράς. Και οι αριστεροί έχουν πολλά να κερδίσουμε από τη σταυραναστάσιμη εμπειρία της εκκλησίας, την ετοιμότητα για συμμετοχή στο σταυρό του Χριστού και την πίστη στην ανάσταση.

Αυτή η πίστη μπορεί να εμπνεύσει την ακλόνητη πίστη στις δυνατότητες και να κατανικήσει την όποια ηττοπάθεια. Ιδίως εκείνη που γεννά στις μέρες μας το γεγονός ότι έχουμε να αντιπαλαίψουμε τις δυνάμεις του κεφαλαίου, που έχουν παντού επικυριαρχήσει και μοιάζουν, όσο κοιτάμε από μακριά, να ελέγχουν τον κόσμο.

Η ετοιμότητα πάλι να βαδίσει κανείς στο δρόμο του Γολγοθά, η ετοιμότητα για θυσία και ένα ήθος αγωνιστικής αυταπάρνησης είναι αναγκαίο όσο ποτέ. Αλλιώς δεν μιλάμε για αριστερά, μιλάμε απλώς για λαμογιά. Ούτε για χριστιανική πίστη μιλάμε, αλλά για μια ξενέρωτη αλλοτριωμένη αστική ιδεολογία.

Με το Χριστό στο σταυρό, δεν μπορούν οι χριστιανοί να σκέφτονται μη και σκίζουν το καλσόν. Με την κατάσταση του λαού μας σε αυτό το χάλι δεν μπορούν οι αριστεροί να φοβούνται μη και σπάσουν αυγά.

Αυτό που θα μας ενώσει είναι η ρήση του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη: «Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι».

Ήδη σήμερα οι Αθωνίτες, η Κοινότητα του Αγίου Όρους, συντάχθηκαν πλήρως στις Σκουριές με τον αγώνα των κατοίκων για ζωή. Γιατί η αυθεντικότητα της συνάντησης κρίνεται κυρίως στην πράξη.



[1] «Στο πεδίο των αξιών αναγκαία η παρέμβαση της αριστεράς»: Η Εποχή, Δευτέρα, 27 Σεπτεμβρίου 2010 (επισκ. 16/5/13).

[2] «Τι είναι η Αριστερά;», με υπέρτιτλο «Στο Ψευδοκράτος των Αθηνών»: Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010, έτος 36ο, αρ. φύλ. 10523, σ. 10, ηλεκτρ.: http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=192777 (επισκ. 2/5/13).

[3] Παράρτημα στο τέλος του βιβλίου του Φρίντριχ Εγκελς, Λουδοβίκος Φόιερμπαχ και το Τέλος της Κλασικής Γερμανικής Φιλοσοφίας, ελληνική μτφρ. Κ.Ζαχαριάδης, Αθηνά, 1927· Φ. Φωτίου, Θεμέλιο, 1967 και Γ. Μπλάνας, Ερατώ, 2004.