27 Αυγ 2014

Περιπέτειες με Ποντίκια



Πριν δυο καλοκαίρια έγραφα μια επιστημονική εργασία στην Ύστερη Αρχαιότητα με πολλές πατρολογικές παραπομπές. Χρειαζόμουν διαρκώς την Πατρολογία του Migne. Την έχω όλη στο σπίτι, και καταλαμβάνει πολλά ράφια, στα δυσπρόσιτα. Αλλά ανέβα σκάλα – κατέβα σκάλα, δεν λέει. Ευτυχώς που υπάρχει ολόκληρη και ηλεκτρονικά. Αυτή τη λύση προέκρινα, όντως φυσικώς τεμπέλα και αναπόδραστα όμηρος μιας καθιστικής ζωής. Όμως εκεί έπαθα άλλη ζημιά. Πάνω – κάτω το ροδάκι του ποντικιού, αγκύλωση στο χέρι. Αυτοί είναι οι σωματικοί πόνοι της πνευματικής εργασίας. Αφόρητοι. Μέχρι να συνειδητοποιήσω γιατί πονάω έτσι, και αφού αδίκως ενοχοποίησα το πληκτρολόγιο, κάποτε έβγαλα τη σωστή διάγνωση. Φταίει το ποντίκι.

Πάω λοιπόν να αγοράσω καινούργιο ποντίκι, να είναι ακριβείας, άνετο στη χρήση, το ροδάκι του να κυλάει απρόσκοπτα στη βαριά ανηφόρα των σελίδων του Migne. Και να μην είναι ασύρματο, γιατί τα σιχαίνομαι. Κατευθύνομαι στον Κωτσόβολο της γειτονιάς μας, και επιστρέφω με ένα ποντίκι gamer, πολύ σταθερό στο χέρι και από μόνο του σκέτη discothèque. Εκείνη τη μέρα ήταν και η ηλικιωμένη μητέρα μου στο σπίτι, και την απασχολούσα δείχνοντάς της έργα ζωγραφικής στο διαδίκτυο. Την έβαλα κάπως στο νόημα, πώς να προχωράει από το ένα έργο στο επόμενο, αλλά αυτό το ποντίκι που άναβε φωτάκια κάθε λογής, σαν φωτορρυθμικό, τη φόβιζε. "Δεν θα σε φάει το ποντίκι", την καθησύχαζα η μικρομέγαλη, καθώς είχα ξοδέψει πολλά ξετινάζοντας τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Οι στερήσεις που ακολούθησαν ήταν δικαιολογημένες: για λόγους υγείας. Και όντως, το χέρι μου ηρέμησε, και ησύχασα ότι είχα κάνει μια καλή επένδυση.

Αυτές τις μέρες με τις ζέστες, το ποντίκι σαν να ίδρωνε και να έβγαζε ένα κολλώδες υγρό. Ρε τα παλιόπαιδα, σκέφτηκα η δόλια και καχύποπτη μάνα, πάλι έχυσαν αναψυκτικό στο γραφείο μου και δεν μιλήσανε καθόλου. Ανακρίσεις, γκρίνιες, φασαρίες, κανένας ένοχος δεν ομολόγησε.

Το ποντίκι συνέχισε την εφίδρωση. Το καθάριζα, το σκούπιζα, με το νύχι ξεκόλλαγα το κολλώδες υγρό. Μα αυτό ασθενούσε βαριά, και πότε δούλευε, πότε όχι. Η αποσύνδεση επανασύνδεση του ποντικιού ήταν μια τελετουργία που εκτελούσα, κανονικά προσευχόμενη, πολλές φορές τη μέρα. Νόμιζα ότι μπορεί να φταίει το pc που κολλάει και όχι το ποντίκι. Κάποια στιγμή έφτασα στο μη παρέκει και διέγνωσα ότι το ποντίκι "τετέλεσται". Άντε να βρεθεί άλλο. Όχι, δεν θα πήγαινα ξανά στον Κωτσόβολο στη γειτονιά μου, και ασφαλώς δεν θα ξόδευα πάλι τόσα λεφτά. "Κανένα ποντίκι ξέμπαρκο", ρωτούσα τους δικούς μου; Μα δεν υπήρχε ξέμπαρκο και διαθέσιμο ποντίκι στο σπίτι.

Βρήκα λοιπόν ένα παλιό από laptop, αποξεχασμένο σ' ένα συρτάρι. Τι αφέλεια! Το καλώδιο ήταν κοντό. Πού να φτάνει; Έφτιαξα λοιπόν πατέντα, για το Σαββατοκύριακο. Πήρα ένα χαμηλό τραπεζάκι, το εγκατέστησα δίπλα στην καρέκλα μου, έστρωσα χαλάκι το mouse pad, και εκεί, οριακά με λίγο ξέντωμα, ζαβά εντελώς έφτανε το ποντίκι. Μετά από λίγο συνήθισα την παράξενη χρήση.

Δευτέρα πρωί ξύπνησα με αφόρητο πόνο στην ωμοπλάτη. Ευτυχώς με φώτισε αμέσως ο Θεός για την αιτία του πόνου. Το ποντίκι του laptop φταίει, σκέφτηκα. Κοντεύω να εξαρθρώσω τον ώμο μου. Έδωσα εντολή στο Δημήτρη που πήγαινε κέντρο να αγοράσει οπωσδήποτε ποντίκι την ίδια μέρα. Εγώ βέβαια στο μεταξύ συνέχισα το χαβά μου, δηλαδή να δουλεύω, πονώντας. Οι σωματικοί κόποι και οι μικρές θυσίες της πνευματικής εργασίας, αλάτι και πιπέρι στη ζωή.


Αργά τη νύχτα ήρθε ο Δημήτρης και φώναξε. "Ποντίκι, ποντίκι, έχουμε ποντίκι". Ξεχνώντας τα πάντα πετάχτηκα πάνω. "Τι ποντίκι, πού;" ρώτησα ανάστατη, γιατί τη χρονιά που κάηκε το βουνό όλα τα ποντίκια του ορεινού όγκου ήρθαν στα κατοικημένα, και γνωρίσαμε κανονική επιδρομή μέσα στα σπίτια. Σ' εμάς κατέφαγαν τα καλώδια του πλυντηρίου πιάτων και του φούρνου της κουζίνας, αμαρτίες που πληρώνω ακόμα και σήμερα.

Αφού η οικογένεια χόρτασε διασκέδαση με το παρ' ολίγον εγκεφαλικό μου, μου παρουσίασαν τη σακούλα με το καινούργιο ποντίκι.

Απλό, πάμφθηνο και... microsoft. Μια κακιά σκέψη που πήγε να μου περάσει για τις πολυεθνικές – την έδιωξα σαν αρουραίο...

Και τώρα, επιτέλους, μπορώ να συνεχίσω ακάθεκτη να σας ζαλίζω με ιστορίες και λόγια, η καλλιτεχνική αξία των οποίων αμφιβάλλεται.

Αλλά εντελώς στο χώρο του μεταμοντέρνου, οι μικρές αυτές αφηγήσεις καταλαμβάνουν σχεδόν το όλον της ζωής μας. Τι άλλο να αφηγηθούμε κι εμείς οι γραφιάδες;

Δεν υπάρχουν σχόλια: