27 Αυγ 2014

Περιπέτειες με Ποντίκια



Πριν δυο καλοκαίρια έγραφα μια επιστημονική εργασία στην Ύστερη Αρχαιότητα με πολλές πατρολογικές παραπομπές. Χρειαζόμουν διαρκώς την Πατρολογία του Migne. Την έχω όλη στο σπίτι, και καταλαμβάνει πολλά ράφια, στα δυσπρόσιτα. Αλλά ανέβα σκάλα – κατέβα σκάλα, δεν λέει. Ευτυχώς που υπάρχει ολόκληρη και ηλεκτρονικά. Αυτή τη λύση προέκρινα, όντως φυσικώς τεμπέλα και αναπόδραστα όμηρος μιας καθιστικής ζωής. Όμως εκεί έπαθα άλλη ζημιά. Πάνω – κάτω το ροδάκι του ποντικιού, αγκύλωση στο χέρι. Αυτοί είναι οι σωματικοί πόνοι της πνευματικής εργασίας. Αφόρητοι. Μέχρι να συνειδητοποιήσω γιατί πονάω έτσι, και αφού αδίκως ενοχοποίησα το πληκτρολόγιο, κάποτε έβγαλα τη σωστή διάγνωση. Φταίει το ποντίκι.

Πάω λοιπόν να αγοράσω καινούργιο ποντίκι, να είναι ακριβείας, άνετο στη χρήση, το ροδάκι του να κυλάει απρόσκοπτα στη βαριά ανηφόρα των σελίδων του Migne. Και να μην είναι ασύρματο, γιατί τα σιχαίνομαι. Κατευθύνομαι στον Κωτσόβολο της γειτονιάς μας, και επιστρέφω με ένα ποντίκι gamer, πολύ σταθερό στο χέρι και από μόνο του σκέτη discothèque. Εκείνη τη μέρα ήταν και η ηλικιωμένη μητέρα μου στο σπίτι, και την απασχολούσα δείχνοντάς της έργα ζωγραφικής στο διαδίκτυο. Την έβαλα κάπως στο νόημα, πώς να προχωράει από το ένα έργο στο επόμενο, αλλά αυτό το ποντίκι που άναβε φωτάκια κάθε λογής, σαν φωτορρυθμικό, τη φόβιζε. "Δεν θα σε φάει το ποντίκι", την καθησύχαζα η μικρομέγαλη, καθώς είχα ξοδέψει πολλά ξετινάζοντας τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Οι στερήσεις που ακολούθησαν ήταν δικαιολογημένες: για λόγους υγείας. Και όντως, το χέρι μου ηρέμησε, και ησύχασα ότι είχα κάνει μια καλή επένδυση.

Αυτές τις μέρες με τις ζέστες, το ποντίκι σαν να ίδρωνε και να έβγαζε ένα κολλώδες υγρό. Ρε τα παλιόπαιδα, σκέφτηκα η δόλια και καχύποπτη μάνα, πάλι έχυσαν αναψυκτικό στο γραφείο μου και δεν μιλήσανε καθόλου. Ανακρίσεις, γκρίνιες, φασαρίες, κανένας ένοχος δεν ομολόγησε.

Το ποντίκι συνέχισε την εφίδρωση. Το καθάριζα, το σκούπιζα, με το νύχι ξεκόλλαγα το κολλώδες υγρό. Μα αυτό ασθενούσε βαριά, και πότε δούλευε, πότε όχι. Η αποσύνδεση επανασύνδεση του ποντικιού ήταν μια τελετουργία που εκτελούσα, κανονικά προσευχόμενη, πολλές φορές τη μέρα. Νόμιζα ότι μπορεί να φταίει το pc που κολλάει και όχι το ποντίκι. Κάποια στιγμή έφτασα στο μη παρέκει και διέγνωσα ότι το ποντίκι "τετέλεσται". Άντε να βρεθεί άλλο. Όχι, δεν θα πήγαινα ξανά στον Κωτσόβολο στη γειτονιά μου, και ασφαλώς δεν θα ξόδευα πάλι τόσα λεφτά. "Κανένα ποντίκι ξέμπαρκο", ρωτούσα τους δικούς μου; Μα δεν υπήρχε ξέμπαρκο και διαθέσιμο ποντίκι στο σπίτι.

Βρήκα λοιπόν ένα παλιό από laptop, αποξεχασμένο σ' ένα συρτάρι. Τι αφέλεια! Το καλώδιο ήταν κοντό. Πού να φτάνει; Έφτιαξα λοιπόν πατέντα, για το Σαββατοκύριακο. Πήρα ένα χαμηλό τραπεζάκι, το εγκατέστησα δίπλα στην καρέκλα μου, έστρωσα χαλάκι το mouse pad, και εκεί, οριακά με λίγο ξέντωμα, ζαβά εντελώς έφτανε το ποντίκι. Μετά από λίγο συνήθισα την παράξενη χρήση.

Δευτέρα πρωί ξύπνησα με αφόρητο πόνο στην ωμοπλάτη. Ευτυχώς με φώτισε αμέσως ο Θεός για την αιτία του πόνου. Το ποντίκι του laptop φταίει, σκέφτηκα. Κοντεύω να εξαρθρώσω τον ώμο μου. Έδωσα εντολή στο Δημήτρη που πήγαινε κέντρο να αγοράσει οπωσδήποτε ποντίκι την ίδια μέρα. Εγώ βέβαια στο μεταξύ συνέχισα το χαβά μου, δηλαδή να δουλεύω, πονώντας. Οι σωματικοί κόποι και οι μικρές θυσίες της πνευματικής εργασίας, αλάτι και πιπέρι στη ζωή.


Αργά τη νύχτα ήρθε ο Δημήτρης και φώναξε. "Ποντίκι, ποντίκι, έχουμε ποντίκι". Ξεχνώντας τα πάντα πετάχτηκα πάνω. "Τι ποντίκι, πού;" ρώτησα ανάστατη, γιατί τη χρονιά που κάηκε το βουνό όλα τα ποντίκια του ορεινού όγκου ήρθαν στα κατοικημένα, και γνωρίσαμε κανονική επιδρομή μέσα στα σπίτια. Σ' εμάς κατέφαγαν τα καλώδια του πλυντηρίου πιάτων και του φούρνου της κουζίνας, αμαρτίες που πληρώνω ακόμα και σήμερα.

Αφού η οικογένεια χόρτασε διασκέδαση με το παρ' ολίγον εγκεφαλικό μου, μου παρουσίασαν τη σακούλα με το καινούργιο ποντίκι.

Απλό, πάμφθηνο και... microsoft. Μια κακιά σκέψη που πήγε να μου περάσει για τις πολυεθνικές – την έδιωξα σαν αρουραίο...

Και τώρα, επιτέλους, μπορώ να συνεχίσω ακάθεκτη να σας ζαλίζω με ιστορίες και λόγια, η καλλιτεχνική αξία των οποίων αμφιβάλλεται.

Αλλά εντελώς στο χώρο του μεταμοντέρνου, οι μικρές αυτές αφηγήσεις καταλαμβάνουν σχεδόν το όλον της ζωής μας. Τι άλλο να αφηγηθούμε κι εμείς οι γραφιάδες;

13 Αυγ 2014

Η Εργαλειοποίηση του Ολοκαυτώματος




Σάρα Κέστελμαν, Το Ολοκαύτωμα.

Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών
στις 6 Αυγούστου 2014  [δίχως τις σημειώσεις].


Η ιστορική μνήμη είναι σημαντική για την αυτογνωσία των λαών και για τον αυτοπροσδιορισμό τους στο εκάστοτε παρόν. Ιδιαίτερα οι ιστορικοί λαοί, όπως οι αρχέγονοι λαοί της Μεσογείου, φέρουν με ιδιαίτερο τρόπο το βάρος της ιστορικής τους συνείδησης.

Η ιστορική σπουδή στο βάθος της δεν είναι όμως παρά ενασχόληση με ερωτήματα και ζητήματα του παρόντος, στα οποία το παρελθόν είναι οδηγός επίγνωσης, πείρα πολύτιμη.

Συχνά έχει απασχολήσει το ζήτημα στα καθ’ ημάς. Οι σφοδρότατες και πολυεπίπεδες διαμάχες για την ιστορική μας αυτοσυνειδησία, για τον τρόπο που το παρελθόν φωτίζει το παρόν, είναι διαφωτιστικές για τους κινδύνους από την εργαλειοποίηση της ιστορίας.

Μια μνήμη που σε προσδιορίζει διαρκώς στη βάση των πληγών του παρελθόντος σε οδηγεί σε τραυματική ύπαρξη, σε ανάπηρο παρόν. Η ιστορία ως μνήμη, προσωπική ή συλλογική, δεν μπορεί να είναι ένα διαρκές αναμάσημα της "αδικίας που μας έχει γίνει".[1]

Ό,τι ισχύει για έναν ελληνικό εθνικισμό, ισχύει απαράλλαχτα και για τον ιουδαϊκό.

Καμία αμφισβήτηση δεν χωρεί για την έκταση της πληγής του αντισημιτισμού, ούτε για τη σημασία της ιστορικής ανάδειξης του Ολοκαυτώματος, για την καλλιέργεια της μνήμης έναντι της λήθης. Εντούτοις, φαίνεται από τα πράγματα ότι η επικέντρωση στη μνήμη αυτή και η διαρκής επένδυση στην "ιδιαιτερότητα του μεγέθους της αδικίας" οδηγεί σήμερα σε επιλογές με δραματικές επιπτώσεις.

Το Ολοκαύτωμα της Γάζας


Σήμερα συντελείται γενοκτονία στη Γάζα, αφού είχε προηγηθεί ο αποκλεισμός, η πλήρης πολιορκία και η περιτείχιση της συνόλης περιοχής.

Η ολιγωρία και αμηχανία της διεθνούς κοινότητας οφείλεται αφενός στην ισραηλινή επιρροή, αλλά και σε έναν άυλο παράγοντα: στη βάση των ενοχών υπό το βάρος του Ολοκαυτώματος.

Το 1948 έτυχε ιστορικά αποδοχής η επί μακρόν προετοιμαζόμενη ιδέα μιας πατρίδας για τους Εβραίους, μιας πολυπόθητης Σιών. Ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ, με ρητές και υπόρρητες αναφορές στα αρχέγονα δικαιώματα του λαού της Διαθήκης. Εντούτοις, πέραν της Ιδρυτικής Διακήρυξης, που είναι καρπός μακρόχρονων συνομιλιών και επιχειρεί να συνθέσει αντίρροπες τάσεις της εβραϊκής κοινωνίας, το ισραηλινό κράτος δεν έχει ούτε Σύνταγμα,[2] ούτε καθορισμένα σύνορα – πρωτοφανές για σύγχρονο κράτος και προάγγελο πολλών δεινών στην περιοχή.

Έκτοτε, το Ολοκαύτωμα χρησιμοποιείται από την ίδια την ισραηλινή ελίτ ως εργαλείο για την οικοδόμηση ενός κράτους αστακού, με ελλειματική δημοκρατία και πολίτες σε συνθήκες υπέρτατου άγχους. Επίσης, χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη μια υψηλότατης τεχνολογίας και εξαγωγικού χαρακτήρα πολεμικής βιομηχανίας, ομού και τεχνογνωσίας στον τομέα της ασφάλειας.

Οι πιο κριτικά σκεπτόμενοι, πολιτικοποιημένοι και ευαίσθητοι Εβραίοι έγκαιρα διαπίστωναν ότι η χώρα τους κάθε άλλο παρά ήταν η Εδέμ που είχαν ονειρευτεί. Στη μεγάλη πνευματική παράδοση Εβραίων διεθνιστών, η Χάνα Άρεντ ήδη τον Οκτώβριο του 1944, κατέδειξε μια σειρά προβλημάτων που προέκυπταν από τη «νικηφόρα» πορεία του σιωνισμού, σε καταστατικά κείμενα που χαρακτηρίζονταν από την ασάφεια ως προς το αραβικό στοιχείο και την απόλυτη πρόσδεση προς την υπερατλαντική υπερδύναμη.[3]

Η παλαιστινιακή αφήγηση, όπως εύστοχα αποτυπώνεται στο βιβλίο της Rosemary Sayigh, Παλαιστίνιοι: Από Αγρότες Επαναστάτες[4] είχε δραματικότατη συνέχεια. Η Δυτική Όχθη και η Γάζα είναι υπό κατοχή από τον πόλεμο των Έξι Ημερών (1967). Μετά την υποτιθέμενη υπαναχώρηση του Αριέλ Σαρόν και την έκδοση διαταγής αποχώρησης των εβραίων εποίκων το 2004, η Γάζα σταδιακά αποκλείστηκε από ξηρά, αέρα και θάλασσα.

Οι Παλαιστίνιοι ανεγνώρισαν το κράτος του Ισραήλ, διατηρώντας επιφύλαξη ως προς τα σύνορα, και τήρησαν τις συνθήκες που το Ισραήλ δεν τήρησε. Οι σήραγγες που παρουσιάζονται ως αγωγός επίθεσης, είναι κατά κύριο λόγο αγωγός σπασίματος μιας πολιορκίας που μετατρέπει την περιοχή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μπροστά στο πολυετές αδιέξοδο, και τη διαρκή επιδείνωση των όρων ζωής, η Χαμάς ήδη συμφιλιώθηκε με την Παλαιστινιακή Αρχή, από τον Ιούνιο του 2014, και ούτε η πίεση, η καταστροφή, το αίμα των αμάχων, οι πολιτικές εθνοκάθαρσης είναι ικανές όπως φαίνεται επί του παρόντος να σπάσουν αυτή τη συμμαχία. Η ισραηλινή επιθετικότητα βαφτίζεται άμυνα, και η χερσαία επιχείρηση έχει τη χαρακτηριστική κωδική ονομασία «Παρυφή Προστασίας». Και ενώ η προπαγάνδα έχει φέρει τους πολίτες του Ισραήλ σε κατάσταση νευρικού παροξυσμού, στο όριο του φόβου και μιας ακραίας επιθετικότητας που μεθά με τη χαρά του αίματος και καλεί ουσιαστικά σε γενοκτονία και ολοσχερή εξόντωση του αντιπάλου, με λιγοστές πλην γενναίες εσωτερικές φωνές αντίστασης σε αυτή την πολιτική, το ηθικό έρεισμα του Ισραήλ χάνεται διαρκώς.

Η Μάχη της Επικοινωνίας


Για το λόγο αυτό εικόνες από τους ανελέητους βομβαρδισμούς και τις εκατόμβες των νεκρών, ιδίως παιδιών, είναι κόλαφος για τους εμπνευστές τους. Η προσπάθεια σίγασης του τύπου και αποκλεισμού των δημοσιογράφων από την εμπόλεμη ζώνη γίνεται με πρόσχημα την ασφάλειά τους. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταγγέλλεται επίσης η διακίνηση εικόνων φρίκης, παρά το ότι αυτό θα απέτρεπε ενδεχομένως τη συνέχιση της ίδιας της φρίκης. Το τοπίο θολώνει περαιτέρω με απίθανα τεχνάσματα για κάθε ακροατήριο, όπως οι αοριστίες περί ταξικού χαρακτήρα του πολέμου, η γενικόλογη και ουδετερόπλευρη καταδίκη της βίας ή η μεθοδική καλλιέργεια μιας ακραίας ισλαμοφοβίας με hoaxes, χαλκευμένες και κατασκευασμένες ειδήσεις, που επιχειρούν να συνδέσουν τους Παλαιστίνιους με μια διεθνή ισλαμιστική «τρομοκρατία».

Στη Γάζα πλήττονται και πολλοί Παλαιστίνιοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, ενώ χριστιανοί και μουσουλμάνοι αναζητούν απεγνωσμένα καταφύγιο μεταξύ άλλων και στον ιστορικό ορθόδοξο ναό του Αγίου Πορφυρίου Γάζης. Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων δεν έχει ακόμα μιλήσει (θα μπορούσε άραγε;) για την τύχη του ποιμνίου του. Έκκληση για ειρήνευση έκανε πάντως ήδη ο πάπας Φραγκίσκος. Πέρα όμως από τις δίβουλες, χλιαρές, αλλά κλιμακούμενες αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, είναι καιρός το ίδιο το Ισραήλ να επαναπροσδιορίσει ριζικά τη στάση του σήμερα. Δεν υπάρχει καλύτερος δρόμος για τη διασφάλιση της ευμάρειας των πολιτών του. Κανενός τα παιδιά δεν θα έχουν ύπνο αμέριμνο, γιατί κανείς δεν μπορεί να οικοδομήσει την ευτυχία του σκορπίζοντας δάκρυ, τρόμο και θάνατο. Ταυτόχρονα, το γεωπολιτικό κέρδος παραμένει και μετά τη χερσαία επίθεση αμφίβολο.

-----------------------------------------------------------------------------------------


[1] Πρβλ. Δημήτρης Καραγιάννης, Η Αδικία που πληγώνει, Αρμός 2010.

[2] Daniel Judah Elazar, «The Constitution of the State of Israel: Introduction», σε: Jerusalem Center for Public Affairs: Daniel ElazarPaper Index (http://www.jcpa.org/dje/articles/const-intro-93.htm, επισκ. 27-7-2014).


[3] Στο άρθρο της «Zionism Reconsidered», που πρωτοδημοσιεύτηκε τότε στη Menorah Journal. Συμπεριλαμβάνεται στον τόμο της με τίτλο The Jewish Writings, Jerome Kohn – Ron. H. Feldman (επιμ.), Νέα Υόρκη – Τορόντο: Random House (Schocken Books), 2007, σσ. 343-375. Στην ίδια κριτική κατεύθυνση και τα άλλα κείμενα του τόμου.


[4] Πρόλ. Νόαμ Τσόμσκι, μτφρ. Δημοσθένης Κούρτοβικ, Άλμπατρος, 1981.


-----------------------------------------------------------------------------------------
Το άρθρο προκάλεσε την αντίδαση της Επιτετραμένης της πρεσβείας του Ισραήλ κυρίας Μπεν Χάιμ. 
Η επιστολή της κυρίας Μπεν Χάιμ, καθώς και η απάντηση του διευθυντή κυρίου Νικόλα Βουλέλη, καθώς και η δική μου και του κυρίου Ευάγγελου Αυδίκου δημοσιεύτηκαν τη Δευτέρα 11 Αυγούστου,  εδώ.

8 Αυγ 2014

Μεγαλόχαρη





Τα παιδικά μου καλοκαίρια είχαν σημαδεμένο τον Αύγουστο. Αύγουστος σήμαινε καθημερινή απογευματινή έξοδος και αργότερα και βραδινή βόλτα. Η έξοδος ήταν στην παράκληση της Παναγίας, στα γλυκά και σεμνά εκκλησάκια στα μέρη που παραθερίζαμε. Συνοδεία της γιαγιάς ή της θείας τα πρώτα χρόνια, μόνη μου ή με παρέα, ή προς συνάντηση παρέας τα μεταγενέστερα. Αυτή η θεία απογευματινή μουσική σημάδευε κάθε Αύγουστο τη ζωή μου, αυτή η συναναστροφή με την Παναγιά σε ποσότητα και πυκνότητα σφράγιζε τη νιότη μου με μια ανεξίτηλη φιλία.

Τη χρονιά που μπήκα στο Πανεπιστήμιο πέρασα το καλοκαίρι μου στην Κένυα της Ανατολικής Αφρικής, στο ιεραποστολικό κλιμάκιο της Ριρούτας στο Ναϊρόμπι. Εκεί ζούσα παρέα με τρεις μοναχές, αγαπημένες μορφές, και δυο τρεις λαϊκές γυναίκες, συνεργάτιδες της ιεραποστολής. Ήμουν το mtoto. Mtoto στα κισουαχίλι σημαίνει παιδί. Ανεξάρτητα αν τα αφρικανάκια απορούσαν πώς στην ηλικία μου δεν είχα ακόμη δικά μου παιδιά, για τους συνεργάτες της ιεραποστολής, στα 18 μου ήμουν παιδί. Εκεί έζησα σε μοναστηριακό τυπικό και έμαθα πολλά για τις ιερές ακολουθίες. Ποτέ δεν είχα σιγουριά με τη φωνή μου, αλλά γέμιζε το στήθος μου μουσική, λόγο, προσευχή. Βγαίνοντας έξω στις αφρικανικές ενορίες γέμιζε άλλου είδους μουσική, πότε των Κικούγιου, πότε των Λούο ή άλλων φυλών.

Εκεί σημαδεύτηκε ο Αύγουστος με τις παρακλήσεις, μικρή και μεγάλη εναλλάξ, κάθε μέρα. Εκεί, δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια έμαθα τις παρακλήσεις αλλά και άλλες ακολουθίες απ’ έξω, και συχνά με συνόδευαν μέσα μου στη ζωή μου, καθώς βάδιζα, περίμενα, κολυμπούσα ή ό,τι άλλο έκανα.

Τα ενήλικα χρόνια της ζωής μου, τα χρόνια του έγγαμου μάλλον βίου, η επίσκεψη στις παρακλήσεις δεν ήταν τόσο συχνή. Πολλές οι περισπάσεις, οι έγνοιες, οι δουλειές.

Σποραδική επισκέπτρια, σήμερα λοιπόν πήγα στο μοναστήρι της Πεντέλης. Ο ναός κατά το προσήκον μέτρο και με άξια αγιογράφηση. Όλα σεμνά και μετρημένα, σε άφηναν να συγκεντρωθείς στον κύριο σκοπό. Μετά από λίγο τραγουδούσες κι εσύ την Παναγιά.

Δεν είναι ότι θυμόσουν τα λόγια σε μια συνειδητή λειτουργία της μνήμης, τα λόγια ξεπηδούσαν μέσα από το στήθος σου, ήταν ένα με το είναι σου. Ήσουν εκεί, ένας κουρασμένος άνθρωπος, ένωνες την αδύναμη φωνή σου με όλες τις φωνές που έψελναν στην Παναγιά. Χιλιάδες τόποι. Χιλιάδες χρόνια, χιλιάδες ψυχές, χιλιάδες έγνοιες. Κι εσύ ένα με το χώμα, ένα με τον ουρανό, ένα με όλους αυτούς που πρίν από σένα, μαζί με σένα και μετά από σένα θα υμνούν τη Μεγαλόχαρη.

Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς, πρὸς σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν· Ὦ Μῆτερ τοῦ Λόγου καὶ Παρθένε, τῶν δυσχερῶν καὶ δεινῶν με διάσωσον.

Λες κι αφήνεσαι. Δεν έχεις τίποτε πια να φροντίσεις εσύ...

Ἔμπλησον, Ἁγνή, εὐφροσύνης τὴν καρδίαν μου, τὴν σὴν ἀκήρατον διδοῦσα χαράν, τῆς εὐφροσύνης, ἡ γεννήσασα τὸν αἴτιον.
 
Μες στη θλίψη συναντιέσαι με την πηγή της χαράς...

Προστάτιν σε τῆς ζωῆς ἐπίσταμαι, καὶ φρουρὰν ἀσφαλεστάτην, Παρθένε, τῶν πειρασμῶν διαλύουσαν ὄχλον, καὶ ἐπηρείας δαιμόνων ἐλαύνουσαν, καὶ δέομαι διαπαντός, ἐκ φθορᾶς τῶν παθῶν μου ῥυσθῆναί με.

Γεννιέται μέσα σου μια πεποίθηση, μια αισιοδοξία που δεν σχετίζεται με τις ικανότητές σου ή τις επιλογές σου. Η φωνή ανεβαίνει, δυναμώνει. Δεν είναι ότι θέλει να επικρατήσει, αλλά έχει ψυχή να βγάλει, δίπλα, μαζί με άλλες καλύτερες και λαμπρότερες φωνές.

Θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς ὡς ἔσωσεν, ἑαυτὸν ἐκδεδωκὼς τῷ θανάτῳ, τὴν τῇ φθορᾷ καὶ θανάτῳ μου φύσιν, κατασχεθεῖσαν, Παρθένε, δυσώπησον, τὸν Κύριόν σου καὶ Υἱόν, τῆς ἐχθρῶν κακουργίας με ῥύσασθαι.

Λύνεσαι στα δάκρυα.

Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοί, κατῃσχυμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ' αἰτεῖται τὴν χάριν, καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως.

Ησυχάζεις.

Πάντων θλιβομένων ἡ χαρά, καὶ ἀδικουμένων προστάτις, καὶ πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις, καὶ βακτηρία τυφλῶν, ἀσθενούντων ἐπίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη καὶ ἀντίληψις, καὶ ὀρφανῶν βοηθός, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σὺ ὑπάρχεις, Ἄχραντε, σπεῦσον, δυσωποῦμεν, ῥύσασθαι τοὺς δούλους σου.

Ταχιά θα έρθει η απάντηση...

Έχεις δώσει τα ονόματα της ευρύτερης οικογένειας, των κουμπάρων, δυο φίλων καρδιακών και εκείνων των ανθρώπων με τους οποίους θύμωσες πολύ. Ξαναθυμάσαι:

Μεταβολὴ τῶν θλιβομένων, ἀπαλλαγὴ τῶν ἀσθενούντων ὑπάρχουσα, Θεοτόκε Παρθένε, σῷζε πόλιν καὶ λαόν, τῶν πολεμουμένων ἡ εἰρήνη, τῶν χειμαζομένων ἡ γαλήνη, ἡ μόνη προστασία τῶν πιστῶν.

Φεύγεις, αλλά μέσα στη δεινή καθημερινότητά σου βρίσκεται ήδη ένα κομμάτι της Βασιλείας Του, και δίπλα σου η γλυκιά, τρυφερή μορφή της.


Αυγουστιάτικα βράδια, γεμάτα χάρη.

4 Αυγ 2014

Σωφρονισμός ή Κόλαφος





[Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα Χριστιανική, στην έντυπη έκδοση,
Φύλ. 922 (1235), Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014, σ. 10].


Στις 8 Ιούλη ψηφίστηκε στο Α’ θερινό τμήμα της Βουλής ο νόμος για τις φυλακές,[1] με ονομαστική ψηφοφορία και διαφορά 4 ψήφων, 52 «υπέρ» σε σύνολο 100 ψηφισάντων βουλευτών.

Ενώ φέτος συμπληρώνονται 250 χρόνια από την πρώτη έκδοση του έργου του Τσεζάρε Μπεκαρία, Περί Εγκλημάτων και Ποινών, έργο σταθμό για τον εξορθολογισμό του ποινικού συστήματος και τον εξανθρωπισμό των συναφών επιστημών, που θέτει τις βάσεις της σύγχρονης Κλασικής Σχολής του Ποινικού Δικαίου, με το τελευταίο αυτό νομοθέτημα –πέρα από τη σπουδή να κλείσει και αυτό το θέμα όπως και πολλά άλλα– μοιάζει να αγνοούνται κοινωνικές κατακτήσεις αιώνων, αλλά και να αμφισβητείται η ίδια η ανθρώπινη διάσταση του ποινικού καταδίκου.

Ήδη οι κατάδικοι στοιβάζονται σε φυλακές σαν αρνιά στο παχνί, ο υπερπληθυσμός έχει φέρει το αδιαχώρητο. Η πληθυσμιακή έκρηξη στις φυλακές δεν οφείλεται μόνο ή κυρίως στην ίδια την αύξηση του εγκλήματος. Οφείλεται και στην αυστηροποίηση των ποινών, την επέκτασή τους όπου εμπίπτει και η προσωποκράτηση για χρέη, τη διευρυμένη σχεδόν καθολική εφαρμογή της προφυλάκισης, την αδυναμία εξαγοράς εξαγοράσιμων ποινών, την ανυπαρξία εναλλακτικών μορφών σωφρονισμού (και θα υπήρχαν τόσες χρήσιμες προτάσεις!), αλλά και σε άλλα κοινωνικά αίτια διόλου ασύνδετα με τη βίαιη φτωχοποίηση της χώρας. Καινούργιες κτιριακές υποδομές μοιάζει να καταρρέουν, όπως στις σχετικά νεόδμητες φυλακές στο Δομοκό, μόλις επταετίας, υπό το κράτος της εγκατάλειψης. Σε κάποιες φυλακές κατά διαστήματα δεν διανέμεται ούτε συσσίτιο, με πρόσχημα την εξοικονόμηση ή γραφειοκρατικές κ.ά. δυσκολίες στη διάθεση των πόρων. Η εικόνα των φυλακών της χώρας μας είναι τριτοκοσμική. Αποδράσεις και εξεγέρσεις δεν λείπουν σε ένα σύστημα σχεδόν αδύνατο να διαχειριστεί πια κανείς, αλλά δυστυχώς ούτε και η αυθαιρεσία και αντεκδίκηση από πλευράς των σωφρονιστικών υπαλλήλων.

Οι φυλακές είναι λοιπόν ένας άλλος κόσμος που ελάχιστα αγγίζει τον δικό μας. Τόσο η δραματικότητα των συνθηκών, όσο και οι θάνατοι σε κελιά, καθώς και η απεργία πείνας των κρατουμένων λίγες μέρες πριν ψηφιστεί το νομοσχέδιο, σπάνια βρίσκουν το δρόμο τους στη συνείδηση του πολίτη. Το μιντιακό καρτέλ της σιωπής φροντίζει αφ’ ενός γι’ αυτό, αλλά εξίσου συνδράμει και ο δικός μας παγερός στρουθοκαμηλισμός. Ακόμα και όταν η πληροφορία διαπερνάει τους τοίχους και η είδηση φτάνει στον παραλήπτη, η ελληνική κοινωνία παραμένει συνήθως παγερά ασυγκίνητη, και ο κοινωνικός αυτοματισμός καλά κρατεί.


Ο μικροαστισμός ξεδιπλώνεται σε όλο του το μεγαλείο, καθώς ο μέσος πολίτης θεωρεί πως οι φυλακές αφορούν κάποιον άλλο, και όχι αυτόν. Και όμως. Σήμερα μπορεί πολύ απλά να βρεθείς φυλακή, ιδίως αν είσαι ελεύθερος επαγγελματίας ή επιχειρηματίας και σε σταματήσουν για ταμειακή ενημερότητα στο δρόμο. Αλλά το κύριο ζήτημα δεν είναι αυτό, ούτε το αν αφορά κάποιους άλλους ή ενδεχομένως, εμάς, το διπλανό μας, τη μικροαστική μας τάξη· αν αφορά στυγερούς εγκληματίες ή απόκληρους, αν τυχόν ο σκοπός είναι κατά κύριο λόγο να τιθασευτεί μια κοινωνία στα πρόθυρα της εξέγερσης ή της ανορθόλογης έκρηξης.

Μέσω ενός αποτρεπτικού παραδείγματος το νομοθέτημα έχει στόχο την καταστολή της κοινωνίας και όχι τον σωφρονισμό του καταδίκου, για τον οποίο δεν υπάρχει κάποια πρόνοια με θετικό χαρακτήρα. Αντίθετα, με την εισαγωγή των κελιών τύπου Γ΄ οι κρατούμενοι οδηγούνται σε εξόντωση, ψυχική και σωματική. Η απόλυτη ανελευθερία και η ολοσχερής έλλειψη επικοινωνίας δεν είναι ανεκτή από τον άνθρωπο. Και με το νέο νόμο οι κρατούμενοι δεν αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι, αλλά ως υπάνθρωποι και ιδίως ως κίνδυνος.

Αυτή η απροσωποποίηση έχει οδυνηρή απόληξη. Εκβάλλει σε ρατσισμό. Η ρατσιστική σκέψη έχει βρει βαθιά ρίζα στο φόβο των νοικοκυραίων, ενώ η “άσπιλη” κοινωνία βάζει ως προτεραιότητα την προστασία της και αδιαφορεί ολοσχερώς για εκείνους που υποτίθεται την απειλούν. Ένα μανιχαϊστικό άσπρο μαύρο επικρατεί που δεν έχει καμία σχέση ούτε με την πραγματικότητα, ούτε όμως με τις πνευματικές παραδόσεις τούτου του τόπου, ούτε με τη χριστιανική θεολογία και πίστη.

Ο αστοχριστιανισμός μας θα νικήσει την παράδοση του Ευαγγελίου ή το αντίστροφο;

Στο Ευαγγέλιο της Τελικής Κρίσης –όπου έμμεσα όχι μόνο υποδηλώνεται η αντίθεση ανάμεσα στην Τελική Κρίση του Θεού Κριτή έναντι της προσωρινότητας, σχετικότητας και πεπερασμένου της κρίσης των ανθρώπων– ως κριτήριο σωτηρίας μπαίνει το αναπόδραστο: «ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθατε πρός με» (Μτ. 25: 36). Έτσι, η μέριμνα για τον φυλακισμένο καθίσταται κεντρικός πυλώνας της χριστιανικής ηθικής, και όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «αἰσχυνέσθωσαν οἱ λέγοντες, Μὴ εὖ ποίει τοὺς ἐν ταῖς φυλακαῖς», δηλαδή, να ντραπούν όσοι λένε να μην ευεργετούμε τους φυλακισμένους.[2]

Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, αποφεύγοντας άλλες λέξεις, μεταχειρίζεται την έννοια της «παιδαγωγίας»: «Κρεῖσσον τοῦ μὴ παιδεύεσθαι πτέοντας τὸ ἁμαρτάνοντας ἐπιστρέφεσθαι»,[3] και αναφερόμενος στο «ὃν μὲν γὰρ ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει» (Παρμ. 3:12), τονίζει τον πατρικό και αγαπητικό χαρακτήρα της «ἐπιτιμήσεως».

Η σοφία του Μεγάλου Βασιλείου οδήγησε στον Κανόνα του, που μακριά από ρομαντικές εξιδανικεύσεις και ισοπεδωτικές ποινές, με τη σοφία και τη γνώση του της ανθρώπινης φύσης, απετέλεσε τη βάση του κανόνα του κοινοβιακού μοναχισμού, σε Ανατολή και Δύση.

Ο Μέγας Φώτιος συνιστά τη μετριοπάθεια της τιμωρίας, ως το καταλληλότερο φάρμακο της συνείδησης.[4]

Είναι πάρα πολλά όσα θα μπορούσαν να αναφερθούν από την πατερική γραμματεία, αλλά η εξαντλητική προσέγγιση του θέματος δεν είναι ο σκοπός ενός τέτοιου άρθρου. Δεν μπορούμε όμως να μην αναφερθούμε ενδεικτικά στον άγιο Διονύσιο τον εκ Ζακύνθου, επίσκοπο Αιγίνης, που είπε ψέματα για να γλιτώσει τον φονιά του ίδιου του του αδερφού.

Στο πρόσωπο πολλών αγίων βλέπουμε πως η αγάπη και η οικονομία είναι αρετή υπέρτερη μιας άσπλαχνης, πόσο μάλλον αμφίβολης ως προς τα κίνητρά της δικαιοσύνης.

Χριστιανοί λογοτέχνες όπως ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, που ανδρώθηκε συγγραφικά στις φυλακές και στα κάτεργα, συνδυάζοντας την προσωπική του εμπειρία από την πολυετή συναναστροφή με καταδίκους και ειδικότερα ποινικούς εγκληματίες με την ανατολική πνευματική παράδοση, επισημαίνει τη διαφορά ανάμεσα στην ποινική και την ποιμαντική αντιμετώπιση του ανθρώπου: η πρώτη καταδικάζει, η δεύτερη σώζει.[5]

Νέο πεδίο αναψηλάφησης του όλου θέματος έδωσαν τον 20ό αι. οι διώξεις χριστιανών, ιδίως ιερέων, αντιφρονούντων στα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Αφηγήσεις για τη στάση τους, το παράδειγμά τους και τις σχέσεις τους με τους συγκρατούμενούς τους δεν μπορεί παρά να φωτίσουν εκ νέου την ήδη πλούσια εμπειρία.

Ο αείμνηστος Νίκος Ψαρουδάκης, χριστιανός αγωνιστής και ιδρυτής του κινήματος της Χριστιανικής Δημοκρατίας, τιμωρήθηκε στις αρχές της μεταπολίτευσης, με τρίμηνη φυλάκιση, για το άρθρο του "Διαρκές το δικό σας Έγκλημα Κύριοι Αρεοπαγίτες", στην εφημερίδα Χριστιανική.[6] Το άρθρο ήταν κόλαφος για την απόφαση του Αρείου Πάγου ότι το έγκλημα της χούντας των Συνταγματαρχών ήταν «στιγμιαίο», με αποτέλεσμα να πέσουν οι χουντικοί στα μαλακά. Αρνούμενος τη δυνατότητα εξαγοράς εξέτισε την ποινή του, από την εμπειρία της οποίας έγραψε το περίφημο μικρό, βιωματικό βιβλίο του Η Φυλακή (Μήνυμα 1985). Εκεί λέει μεταξύ άλλων: «Αν οι δικαστές κι οι εισαγγελείς έβλεπαν κι άκουαν όσα είδα κι άκουσα στην ο­λιγόμηνη φυλάκισή μου, αρκετό καιρό θα έχαναν τον ύπνο τους και θάνοιωθαν ε­φι­άλ­τες να τους κυνηγούν! Τόσο μεγάλη είναι η αδικία που γίνεται στο όνομα της δι­και­οσύνης, με τον νόμο της αδικίας και την αποξένωση του δικαστή από τη ζωή και την ελλιπή, νομικίστικη, κατάρτισή του» (σ. 64).

Αυτή την παράδοση μιας φιλάνθρωπης θεολογίας υπηρετούν σήμερα, στις διαρκώς επιδεινούμενες συνθήκες, ιερείς που διακονούν στις φυλακές, όπως ο π. Γερβάσιος Ραπτόπουλος στη Θεσσαλονίκη, που η δράση του ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα, ο τ. δικαστικός αρεοπαγίτης και ιερέας Δημήτρης Τζούμας,[7] ή θεολόγοι όπως ο Κλήμης Πυρουνάκης στον Ελαιώνα Θηβών κ. ά.

Η Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού ύψωσε σθεναρά τη φωνή της ενάντια στο νομοσχέδιο από το ομώνυμο blog[8] και το δίκτυο των μελών της.

Θα μεταφέρω όμως και μια πιο προσωπική εμπειρία. Πριν λίγα χρόνια, μια ιδιαίτερη ευλογία συντελέστηκε στην οικογενειακή μας ζωή όταν γνωρίσαμε τον κατάδικο επί 17 χρόνια, ποινικό εγκληματία, χρήστη καθώς και έμπορο ναρκωτικών επί 25 χρόνια Δημήτρη Ελεύθερο, και εκδώσαμε το βιβλίο του, Ο Ήχος της Χειροπέδας: Ο Κόσμος του Χρήστη (Μαΐστρος, 2010). Είναι ένα βιβλίο σκληρό, όσο σκληρός είναι ο κόσμος της φυλακής και των ναρκωτικών, ένα βιβλίο που δεν κρύβει λόγια, ένα βιβλίο βγαλμένο από τα πιο σκοτεινά σοκάκια της ζωής – ένα βιβλίο με πραγματικές αναφορές σε γεγονότα και σε ονόματα. Αλλά συνάμα είναι ένα βιβλίο που πραγματικά γεννά ελπίδα, καθώς ο συγγραφέας του κατορθώνει να επιστρέψει στην κοινωνία ως υγιές αν και πληγωμένο μέλος της.

Και η ελπίδα που γεννά ο λόγος του δείχνει ακριβώς τι μπορεί να αποφέρει κοινωνικά μια εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση του "σωφρονισμού".

Ο Δημήτρης Ελεύθερος, συγγραφέας και ήρωας της πρωτοπρόσωπης αφήγησης του βιβλίου του, έχει γίνει φίλος μας. Η αντιστροφή της πορείας του ξεκίνησε στον Ελαιώνα Θηβών, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας που στηρίχτηκε από τον τότε μητροπολίτη και νυν αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, ο οποίος και προλόγισε το βιβλίο. Μέσα από τα βαθύτερα σκοτάδια της πλήρους καταστροφής, η εμπιστοσύνη που γνώρισε ο Δημήτρης από ανθρώπους στο Κέντρο Απεξάρτησης Κρατουμένων του Ελαιώνα Θηβών ξύπνησε μέσα του την πίστη στον εαυτό του και τη θέληση.



Η φωτογραφία είναι από την παρουσίαση του βιβλίου του Δημήτρη Ελεύθερου.
Στα δύο άκρα διακρίνονται ο μακ. αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος και από την άλλη πλευρά ο συγγραφέας.
Ανάμεσά τους ο ψυχίατρος Νικόλαος Πλυτάς (Διευθυντής του Κέντρου Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων),
ο Στέλιος Αραβαντινός (Πρόεδρος Σωφρονιστικών Υπαλλήλων Ελλάδος) και η δημοσιογράφος Λίνα Παπαδάκη.


Το δίλημμα μεταξύ ασφαλείας και ελευθερίας είναι επίπλαστο. Τους πιστούς ανθρώπους θα έπρεπε να τους απασχολούν εξάλλου κάπως λιγότερο ζητήματα ιδιωτικής ασφάλειας, αφού εμπιστεύονται τον Θεό και γνωρίζουν ότι και η ζωή και ο θάνατος ακόμα ανήκουν στον Θεό.

Μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση του σωφρονιστικού συστήματος είναι εφικτή.

Αλλά πρώτα πρέπει να μας απασχολήσει το νου, να μας αγγίξει την καρδιά ο άνθρωπος που είναι πίσω από τα κάγκελα, ο εγκληματίας που δεν συνέβη να είμαστε εμείς. Αν τώρα κάποιοι φαντάζονται τον εαυτό τους λουσμένο σε ένα εκτυφλωτικό λευκό, και σε απόλυτο μαύρο τους για όποιον λόγο καταδίκους, χάνουν πολλά από την αλήθεια και τη σοφία της ζωής.





[1] Πρόκειται για την ακρίβεια για μια σειρά «Ρυθμίσεις Ποινικού και Σωφρονιστικού Δικαίου και διατάξεις» σε προγενέστερα άρθρα του ποινικού κώδικα, αλλά και του ν. 2776/1999.


[2] Εἰς τὰς Πράξεις, ΝΔ’, β’ / PG 60, 375[Ca].


[3] Εἰς τὸν Πατέρα σιωπῶντα, ΙΕ’ / ΒΕΠ 59, 100, 29-31.


[4] Ἐρωταποκρίσεις, ΛΓ΄/ PG 101, 233C.


[5] Αδερφοί Καραμάζοβ, μτφρ. Άρη Αλεξάνδρου, μέρ. 1, βιβλ. ΙΙ, τόμ. 1, Αθήνα: Γκοβόστης, χ.χ., σσ. 70-80. Σύγκρ. και Το Ημερολόγιο ενός Συγγραφέα, μτφρ. Μίνας Ζωγράφου, Αθήναι: Εκδ. Σπ. Δαρεμάς, χ.χ., σσ. 557-571.


[6] Πρωτοσέλιδο, Αρ. Φύλ. 103, 11 Ιουλίου 1975.


[7] Αφιερώθηκε στους φυλακισμένους μετά τη συνταξιοδότησή του από το δικαστικό σώμα και τη χειροτονία του και μέχρι το θάνατό του πριν λίγα χρόνια. Έγραψε το βιβλίο Μαρτυρίες και Εμπειρίες Πίστεως από τον Χώρο της Δικαιοσύνης, Αθήνα 2005.


[8] http://antirafana.blogspot.gr/. Εκεί, πέρα από τις επίσημες ανακοινώσεις της Πρωτοβουλίας και το ποικίλο υλικό, και άρθρο του θεολόγου Αθανάσιου Μουστάκη, με τίτλο «Τι ζητάμε επιτέλους από το Σωφρονισμό;», ανάρτ. 5 Ιουλίου 2014.

1 Αυγ 2014

Τα φασολάκια







Τα φασολάκια είναι χλοερά, τρυφερά και όμορφα. Τα φασολάκια είναι ατέλειωτα.

Κάθομαι στη βεράντα και καθαρίζω φασολάκια. Δεν είναι για μένα αυτές οι δουλειές. Δεν είμαι υπομονετικός άνθρωπος. Δεν ξέρω από ραχάτι, όλο τρέχω.

Ο Θεός μας λυπήθηκε και φυσάει ένα ελαφρύ αεράκι. Ένας πλάγιος ήλιος μου χαϊδεύει την πλάτη. Φόρεσα καπέλο, το πλατύγυρο, ψάθινο καπέλο, δώρο της πολυαγαπημένης μου Ιωάννας. Η μεσημβρινή ησυχία είναι απόλυτη. Νιώθω πως είμαι στην παραλία. Μα δεν είμαι, σπίτι είμαι. Όσο θέλει ο Θεός και έχουμε σπίτια.

Είμαι καλύτερα από την παραλία. Πίνω αργά τον καφέ μου. Χωράνε στο τραπεζάκι μου, ο καφές, το κρύο νερό, τα φασολάκια κι ένα βιβλίο. Το «Οψόμεθα τον Θεό καθώς εστί» του γέροντα Σωφρονίου Σαχάρωφ. Το τελειώνω το βιβλίο. Το τελειώνω και γίνομαι λιγότερο ατελής, κατά το μέτρο των δυνατοτήτων μου. Παρέα με το βιβλίο πάει το κομποσχοίνι. Όχι το μεγάλο, το κατοστάρι, το πιο μετρημένο των ενήλικών μου χρόνων. Το 33άρι. Πάει να διαλύσει κι αυτό. Μα δεν πιάνω το κομποσχοίνι καθώς διαβάζω.

Είπαμε: Καθαρίζω φασολάκια. Κάνω μεσημέρι, διαβάζοντας και καθαρίζοντας φασολάκια. Τα φασολάκια είναι κομποσχοίνι. Ευτυχώς, τα φασολάκια είναι ατέλειωτα.

Δεν έχω φωτογραφία να βάλω. Δάνεισα τη φωτογραφική στα παιδιά, που πήγαν διακοπές. Δεν έχω φωτογραφία, αλλά εσείς έχετε φαντασία.

Κάποιο φασολάκι ίσως είναι κάποιος από σας. Δεν σημαίνει κάτι αυτό, είμαι ανάποδος άνθρωπος. Σημαίνει μόνο πως μπήκαμε στο μήνα Της, και το λένε τα πουλιά, το λέει το αεράκι, το λεν τα φασολάκια, το λεν οι συγγνώμες και οι ευχές. Γιορτάζουμε. Προεορτάζουμε κι ετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη γιορτή.

Καλό μήνα και καλή Παναγιά!


Σημ. Η φωτογραφία είναι μαϊμουδιά. Τα δικά μου φασολάκια θα μπουν αργότερα στη χύτρα.