26 Απρ 2013

Και τα Κουδούνια χτυπούν σε Ήχο Αναστάσιμο!





Μάθημα στην αυλή. Ποίηση και δοκίμιο για την πορεία στο Γολγοθά, για την ανάδυση της ζωής εκ του θανάτου. Δεν θέλουμε σχολικά βιβλία, θέλουμε τέχνη και στοχασμό σήμερα.

Για την ανάσταση του Λαζάρου ως προμήνυμα. Για την παρωδία ενός θριάμβου την Κυριακή των Βαΐων. Για την ολόπλευρη νίκη του Χριστού σ’ έναν πόλεμο δίχως ηττημένους, λάφυρα, σκλάβους, αιχμαλώτους… Για την κατά κράτος συντριβή του κράτους του θανάτου. Για την τελική επικράτηση της ζωής…

Για το φτωχό γαϊδούρι, τον απόλυτο περίγελο του σκηνικού θριάμβου. Για την εσώτατη γνώση της προδοσίας που έρχεται. Γι’ αυτούς που υποκινούσαν τον όχλο στο χαμό. Για τη μετάλλαξη του ευλογημένος ο ερχόμενος σε άρον άρον σταύρωσον αυτόν.

Για τις διαφορές που επισημάναμε παίζοντας ανάμεσα στην ανάσταση του Λαζάρου και αυτή του Χριστού. Τι θα πει η απαρχή των κεκοιμημένων; Τι θα πει ο πρωτότοκος των νεκρών; Τι θα πει θανάτω θάνατον;

Μου πήρατε τις τσάντες, τον καφέ, τα βιβλία. Σας έδωσα το παλιό μπουφάν για να καθίσετε. Το δέντρο μας φιλοξένησε. Σήμερα αναζητήσατε μια επαφή πιο κοντινή, πιο σωματική κάποιοι. Μου άρεσε. Μακριά απ’ τη νοσηρότητα αποστειρωμένων αιθουσών, σωματοφοβικών σχέσεων, αποστάσεων ασφαλείας και φοβίας. Οκλαδόν, ένα με τη γη, ο κύκλος είναι κάπως αλλιώς.

Για την αναστάτωση της εξουσίας. Για το φονικό μίσος των Φαρισαίων. Για το νίπτω τας χείρας, τη σιωπηλή συνενοχή του Ποντίου Πιλάτου. Για τον εμπαιγμό του πάντων βασιλέα. Για τον γυμνό στο σταυρό περιβάλλοντα τον ουρανόν εν νεφέλαις. Για τον ληστή που ηνέωξε του Παραδείσου τας πύλας. Για τον Άδη που επικράνθη. Για τη ζωή που πολιτεύεται. Για την απαντοχή της Βασιλείας.

Για τη συνοδεία μας στην πορεία του Γολγοθά, για τη συμπόρευση στα βήματά Του, για την ανηφόρα της ζωής, για το ρεαλισμό της πίστης, για την αντισυστημική κατεξοχήν πράξη, για την ελευθερία απ’ τα δεσμά, το κέντρον του θανάτου.

Μικρά μου, αγάπες μου, χαρές μου, καλές διακοπές, καλή ξεκούραση. Ευχαριστώ για τη βόλτα με το BMX! Ραντεβού στη συνάντηση με την όντως Χαρά.

21 Απρ 2013

Μαρίας της Αιγυπτίας


Καθολικό Μεγάλου Μετεώρου, 16ος αι.


Ήλιος λαμπρός
Εν μέσω δυστοπίας
Κυριακή Μαρίας της Αιγυπτίας

Γυμνοί στην έρημο
Ντυμένοι στην πορφύρα
Του έρωτά σου οι ανάξιοι εραστές

Θωπεύοντας
Τους κάκτους της ερήμου
Σε κομποσχοίνι κατοστάρι λογιστές

Οι Φαρισαίοι
Της αστικής μας σωτηρίας
Ζητούμε την τροφή της Βασιλείας

20 Απρ 2013

Θερισμένα Στάχυα


Εύη Βουλγαράκη-Πισίνα, Χρυσά Στάχυα (Λεπτομέρεια).
Ακρυλικό σε χαρτόνι. Διαστάσεις 14Χ20,5. Μάρτιος 2010.


Θερίζει ο φόβος
Πέφτουνε ένα ένα τα κορμιά
Θερισμένα στάχυα

18 Απρ 2013

Έκκληση προς την Ιερά Σύνοδο. [Φράουλες και Αίμα]


 
Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού

 

Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμε, 

Άγιοι Συνοδικοί,

σεβόμαστε το χρόνο σας και θα είμαστε σύντομοι. Ταπεινά φρονούμε ότι είναι πλέον επιτακτική η επίσημη και απερίφραστη συνοδική καταδίκη των κρουσμάτων ωμής βίας και των πρακτικών φυλετικού μίσους και αισχροκέρδειας σε βάρος μεταναστών. Μια τέτοια συνοδική απόφαση θα αποτρέψει την περαιτέρω διάχυση της ιδεολογίας του μίσους και κατ' επέκταση νέους ποταμούς αίματος.

Γνωρίζοντας με ποια πλευρά είστε, Μακαριώτατε, σας παρακαλούμε να υψώστε τη φωνή. 

Παρακαλούμε επίσης να ασκήσετε την επιρροή σας προκειμένου να μην απελαθεί κανένας μετανάστης, θύμα ή αυτόπτης μάρτυρας της επίθεσης στη Μανωλάδα Ηλείας, μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση και να τελεσιδικήσει.

Ευλογείτε,

Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού
http://www.gopetition.com/petitions/πρωτοβουλία-χριστιανών-κατά-τ.html

17 Απρ 2013

Σεβασμός


Πηγή του σεβασμού είναι ο αυτοσεβασμός. Ανθρώπινες συμπεριφορές ή και ιδεολογίες που δεν δείχνουν σεβασμό προς τον «άλλο» μαρτυρούν ανεπαρκή αυτοσεβασμό και αυτοεκτίμηση.
Σε περιβάλλον σχολικής τάξης έχουμε συνήθως την ανθρώπινη τάση να μειώνουμε όποιον μας μειώνει. Τον αναιδή και δυσσεβή μαθητή.
Αν όμως κινηθούμε λίγο βαθύτερα, προσπεράσουμε ή ξεπεράσουμε το σύμπτωμα και πάμε στην αιτία, η θεραπεία είναι η ενδυνάμωση και όχι η αποδυνάμωση του μαθητή… ώστε να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του και να αυξήσει την αυτοεκτίμηση και τον αυτοσεβασμό του.

12 Απρ 2013

Διδακτικό Κενό


Κέλλυ Μακ Ντόναλντ, Ένα για μένα, ένα για σένα
Τρία αγόρια, τρία κορίτσια και τρία περιστέρια, τα έμψυχα που συνθέτουν την ώρα του διδακτικού μου κενού. Εφτάωρο σήμερα, και κάτι πρέπει να κάνει κανείς για να ευθυμήσει. Γιατί στα παιδιά αξίζουν χαρούμενοι δάσκαλοι. Παίρνω το ελαφρύ μου ανάγνωσμα, έναν απόλυτα χαριτωμένο Τσέχωφ, και «πάω παραλία». «Παραλία» είναι τα τσιμεντένια πλατύσκαλα του σχολείου. Δίπλα έχει και βόλεϊ. Και καθώς θυμάμαι ανέμελους καιρούς που όντως έπαιζα βόλεϊ στην παραλία, η μυρωδιά της αρμύρας μου χαϊδεύει τα ρουθούνια… Η ασφαλτοστρωμένη αυλή γίνεται θαλασσιά, κυματιστή. Ημιανάπαυση, με acqua marine… Απλώς ημιανάπαυση. Τα παιδιά ξαφνιάζονται με την καθηγήτρια στο προαύλιο, χαλαρή. Το τριπλό τρίο μεταμορφώνεται, καθώς νέα παιδιά έρχονται στην «παραλία». Αγόρια εναντίον κοριτσιών στο βόλεϊ. Η ηλικία έχει ξεπεράσει τον παιδικό ανταγωνισμό των φύλων και δεν έχει ενδώσει ακόμα στον ενήλικο. Κυριαρχεί η διάθεση συνάντησης. Παίζουν πολύ γλυκά. Ένας μαθητής, που τον λένε Πισίνα, και μόλις τον φώναξαν έτσι με το επίθετο, μου φέρνει νέες εικόνες, τιρκουάζ…

Ανάπαυση με τιρκουάζ. Στην όσφρηση προστίθεται η γεύση του ποτού, τη φαντασία επισκέπτονται μια ομπρελίτσα κι ένα καλαμάκι. Τώρα χορεύουν οι ομπρελίτσες, τα καλαμάκια, οι σημαιούλες. Μεθώ από χαρά. Δυο συνάδελφοι διακρίνονται από μακριά καθώς έρχονται φορτωμένοι με ψώνια ή ίσως βιβλία.

Η φωνή του καθηγητή ακούγεται μέσα από το ανοιχτό τζάμι, αρμονική και ήρεμη. Κάποιοι εργάζονται και εργάζονται καλά.

Χαρτί δεν έχω. Γράφω στο γενναιόδωρο περιθώριο του βιβλίου του Τσέχωφ. Το κουδούνι χτύπησε. Πρώτα πλησιάζουν παιδιά, κι άλλα παιδιά. Στο δεύτερο ήχο θα πάμε μέσα για μάθημα. Παιδεία μετά παιδιάς, παιδεία ένα με τη χαρά. Θα συναντηθούμε σε ένα δυο μόλις λεπτά σε περιβάλλον δομημένο αυστηρότερα. Θα βυθιστώ στα μάτια σας, κι εσείς στα δικά μου καθώς θα υπηρετήσουμε το πιο ανθρώπινο, το πιο αληθινό, το πιο δημιουργικό, το πιο αντισυμβατικό μάθημα του σχολείου. Με το κουδούνι, σήμανε η ανάγκη του επιλόγου. Να σπεύσω να προλάβω να πω μόνο πως είστε η χαρά μου, μαθητάκια μου.

Ήλιος καυτός. Ξανοίγονται τα χρώματα, ξανοίγονται τα κέφια. Το σχολειό μας δεν υπολείπεται σε τίποτα στην «παρεχόμενη γνώση», αλλά υπερτερεί όλων των σχολείων που γνωρίζω στην πραγματική αγάπη στα παιδιά.


Στους μαθητές και τις μαθήτριες του Β΄ ΓΕΛ Χαλανδρίου.

11 Απρ 2013

Δημιουργική Μέθη



 Έντβαρντ Μουνχ, Η Επομένη, 1894-5.
Λάδι σε καμβά, 115 x 152 cm
 
Μια φορά ήμουν μεθυσμένη, σκνίπα. Σπανιότατα μου συμβαίνει, αλλά ήταν Πρωτοχρονιά στο χωριό, με μαζεμένη όλη την οικογένεια. Ήμασταν σε φάση που τα παιδιά είχαν αρκετά μεγαλώσει, κι εμείς χαλαρώσει. Ο παππούς, τα τρία αδέρφια, οι νυφάδες, τα δέκα πρωτοξάδερφα της ανερχόμενης γενιάς μαζί με τους επισκέπτες και γειτόνους… Το γλέντι είχε ανάψει και… κάναμε διαγωνισμό πιόματος. Καθώς δεν έχω ιδιαίτερη έφεση στο τραγούδι, επιδόθηκα στο ποτό. Το ήπια και με ήπιε. Μετά από δεκάδες, ίσως εκατοντάδες τραγούδια και γεμάτα ποτήρια, φιλιά, αγκαλιές και γυροβολιές, μετά και τα ξερνοβολητά, ξάπλωσα στο στενό διπλό κρεβάτι, των προπαππούδων, κι ο κόσμος γύριζε. Χώθηκα βαθύτερα στα μάλλινα. Αφού ηρέμησα κάπως και αφέθηκα στη γοητεία ενός περιστρεφόμενου κόσμου, άρχισαν και οι σκέψεις να γυρίζουν σε επάλληλους κύκλους. Νόμιζα ότι πετούσα ακολουθώντας τις σκέψεις, χωρίς βιάση, χωρίς σκοπό. Και τότε, ξαφνικά, ένιωσα μια μοναδική διαύγεια, σαν αυτές που περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι πριν από την επιληπτική κρίση, αλλά στην περίπτωσή μου ήταν εν μέσω κρίσης και πλήρους μέθης... Κι απρόσμενα συνέλαβα μια σκέψη που κυνηγούσα εις μάτην από καιρό, μια ξεκάθαρη λύση σε επιστημολογικό πρόβλημα. Μάταια πάσχιζα και τριβέλιζα τόσο διάστημα το μυαλό μου στο γραφείο και στο σπίτι, περπατώντας και οδηγώντας, μπροστά στην οθόνη ή στο λευκό χαρτί, κουρασμένη ή ξεκούραστη. Όσο πάσχιζα, η σκέψη απομακρυνόταν, η λύση χανόταν. Εκείνη όμως τη μέρα, μέρα σχόλης, γλεντιού και σπάνιας μέθης, η σκέψη ήρθε και θαρρείς με φίλησε… Καθώς το σημειωματάριο είναι η φυσική προέκταση του είναι μου, το έβγαλα ψηλαφώντας την τσάντα και άρχισα να γράφω κατακλυσμιαία, σε κυματιστές γραμμές, χωρίς να με απασχολεί η ορθότητα ή η ορθογραφία, συναισθηματικά, ενστικτώδικα. Έγραφα έγραφα μέχρι που ένιωσα ότι το κατέγραψα, όλο όσο ήταν. Πάνω στην ώρα ήρθε ο Δ. και αντί να με βρει σε ύπνο βαθύ, με βρήκε σε βαθύ συγγραφικό οίστρο. Αθεράπευτα εργασιομανής, μερικώς απροσάρμοστη, ένιωσα ότι η χαρά του γλεντιού, του τραγουδιού, του μεθυσιού, μόλις ολοκληρώθηκε σε μια πλησμονή δημιουργικών αισθημάτων. Αποκοιμήθηκα καβάλα σε ένα δελφίνι, που νόμιζα πως το συγκρατούσα με χαλινάρι ή κρατιόμουν απ’ αυτό, κι εκείνο με οδηγούσε σε αφρισμένες θάλασσες και στα ερέβη των ωκεανών.

Την άλλη μέρα που είδα το "πόνημα", δεν μου έμοιαζε δελφίνι, αλλά μάλλον με μαρίδα. Κάτι απ’ την αφρισμένη βόλτα μου διασωζόταν στις κυματοειδείς γραμμές. Με όλη τους την ακαταστασία, όμως, ο πυρήνας της σκέψης που αναζητούσα καιρό υπήρχε, ήταν εκεί, παρών. Η λύση του προβλήματος μου προσφέρθηκε, δεν τη βρήκα. Το επόμενο απόγευμα, η αποκαμωμένη ταξιδεύτρια συγγραφέας, πολύ πιο αντικοινωνική από την προηγουμένη, κλείστηκα στο δωμάτιο, μεθυσμένη ακόμα τάχα, και κατάφερα να οργανώσω τις αράδες σε κείμενο. Αλλά μη με δώσετε. Γιατί όταν είμαι στο χωριό, κάτι τέτοια βίτσια, όπως της γραφής, τα εξασκώ στα κρυφά, σαν μαθήτρια που καπνίζει στις τουαλέτες. Μα ναι, τους αγαπώ όλους πολύ, αλλά όταν βρίσκω και το χρόνο μου, τους αγαπώ περισσότερο…

Μια και μοναδική φορά το έζησα αυτό στη μέθη, και κάποιες άλλες παραπλήσιες αναμνήσεις μου συνοδεύουν αρρώστια με πυρετό. Δεν μπορείς να κάνεις πολλά, αλλά τότε η δεκτικότητα είναι μεγάλη χάρη...

Η αφορμή γι’ αυτό το κείμενο ήταν μια ανάρτηση του Τσαλαπετεινού. Και καθώς ένα μοναχοπούλι βρίσκει παρέα στις πλατείες και τις αλάνες, του αφιερώνεται.

Μαζί μ’ αυτόν και στις ανηψιές μου, Ασπασία, Ιωάννα, Αργυρώ και Μαρία.

7 Απρ 2013

Η Μωρία του Σταυρού



 Μονόγραμμα ΧΡ, 5ος αι. μ.Χ, Μουσείο Pio Cristiano, Βατικανό

Χριστιανισμός: το σχολείο της τέλειας αντίφασης και του παραδόξου.
Η πιο διαλεκτική από τις έννοιες.
Νικολαε Σταϊνχαρτ[1]

Σε προφανή διάσταση από τη σοφία του κόσμου τούτου, οι χριστιανοί προσκυνούν Θεόν εσταυρωμένον. Ο Σταυρός του Χριστού, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρία (ΑΚορ 1, 23), είναι καρδιά της χριστιανικής πίστης, ή μάλλον ένα πέρασμα, αναγκαίο αλλ’ όχι αδιέξοδο. Η λογική αντίφαση είναι ήδη εγγενής και ορατή με γυμνό μάτι. Σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, από τις πιο αρχέγονες μορφές θρησκείας αλλά και στις περισσότερες μεταγενέστερες εκδοχές των θρησκειών (εξαιρώντας τις φιλοσοφικότερες εκδοχές των ανατολικών θρησκειών, όπου όμως και η ίδια η έννοια θείο είναι κάτι όλως άλλο), λατρεύεται ο θεός που είναι δυνατός, ακριβώς για τον λόγο της δύναμής του (της). Τον υπακούμε, τον τιμούμε, του προσφέρουμε γιατί περιμένουμε να μας δείξει την εύνοιά του, σε μιαν ανταποδοτική και απόλυτα “λογικά” δομημένη λογική. Όμως, στο χριστιανισμό φέρουμε ένα σύμβολο, ως κόσμημα στο στήθος και ως σημείο αλήθειας, που όχι μόνο υπήρξε σύμβολο έσχατης αδυναμίας, άφατου πόνου, επικράτησης του θανάτου, αλλά και ονείδους, εξευτελισμού. Ο Κύριός μας μετά ανόμων ελογίσθη (Μκ 15, 28· Λκ 22, 37) και υπέστη ατιμωτικό θάνατο. Αλλά και στη διάρκεια της ζωής του, “ανοήτως” συνταυτίσθηκε με τις χθαμαλότερες όψεις της ζωής… Από την ίδια τη γέννησή του σ’ ένα σταύλο, τη ρήξη του με τους προύχοντες της κοινωνίας –τους ατσαλάκωτους και καλοσιδερωμένους γραμματείς και Φαρισαίους–,  τις συναναστροφές του με τους τελώνες και τις πόρνες, μέχρι την εγκατάλειψη και προδοσία από τους μαθητές του και την κάθοδό του στον Άδη. Με τον σταυρό ολοκληρώνεται η κατάλυση μιας –της μόνης γνωστής ώς τότε– θρησκευτικότητας, τόσο των Ιουδαίων, όσο και των Ελλήνων. Όπως επισημαίνει ο π. Αλεξάντρ Σμέμαν, «οι “Ιουδαίοι” αντιπροσωπεύουν εκείνους που προσδοκούν μόνο βοήθεια από τη θρησκεία, ενώ οι “Έλληνες” εκείνους που προσδοκούν λογικές και εύκολες ερμηνείες».[2] Η ωφελιμιστική και η εξουσιαστική εξυπνάδα καταλύονται, μια για πάντα.
Με το σταυρό του Χριστού, η περί περιουσιότητας ιδέα ενός λαού, εθισμένου στην ιδιαιτερότητα και την προνομιακή του θέση, καταργείται οριστικά. Ο Χριστός δεν φείστηκε του εαυτού Του, γιατί να φειστεί του λαού Του; Το περί θεοδικίας ερώτημα, γιατί οι ασεβείς περνούν καλά,[3] ενώ οι δίκαιοι βασανίζονται, τίθεται πλέον εμπράκτως διαφορετικά. Ο Θεός δεν υπάρχει για να κάνει εξυπηρετήσεις, η ανταποδοτική θρησκευτικότητα είναι παρελθόν και όλο το λατρευτικό σύστημα θυσιών, προσφορών και κάθε μορφής απόπειρας εξαγοράς του Θεού ή εξευμενισμού Του ακυρώνεται. Ο ίδιος ο Θεός είναι ο προσφέρων και ο προσφερόμενος στη χριστιανική λατρεία, στη θεία Ευχαριστία. Μια πλήρης αντιστροφή των μέχρι τότε γνώριμων και οικείων πραγμάτων, και συνάμα «πλήρωση» του νόμου.
Με το σταυρό του Χριστού, η ελληνική λογική απόπειρα «σύλληψης» του θείου με τη φιλοσοφία ανατρέπεται άρδην. Διότι ακόμα και ο ισχυρότατος Άδης, του οποίου οι πύλες είναι απροσπέλαστες προς τα έξω, συνέλαβε και αιχμαλώτισε τον Θεό, για να περιπέσει από έκπληξη σε έκπληξη. Όπως διατρανώνουμε στην αναστάσιμη θεία Λειτουργία, στον κατηχητικό λόγο του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ο άδης «λαβε σμα κα Θε περιέτυχεν, λαβε γν κα συνήντησεν οραν». Άλλο περίμενε ο άδης με αδηφάγο και βουλιμική διάθεση και άλλο του συνέβη: ο Χριστός ενέκρωσε τον άδη και ανέστησε τους τεθνεώτας εκ των καταχθονίων. Δυο περίπου χιλιετίες πριν την εφεύρεση του «θανάτου του Θεού», ο Θεός αφέθηκε μόνος του στον θάνατο, για να μας χαρίσει για πάντα τη ζωή.
Η ανοησία της φιλοσοφικής απόπειρας είναι εγγενής: το θείο δεν συλλαμβάνεται από τον ανθρώπινο νου. Μια τέτοια στόχευση σύλληψης του θείου ενέχει αφεαυτής ένα ενδημικό λογικό ατόπημα: το πεπερασμένο δεν δύναται να συλλάβει το άπειρο. Έτσι, κάθε τέτοια απόπειρα, όσο και να διευρύνει κανείς τη δυνατότητα του ανθρώπινου νου, είναι εξ ορισμού καταδικασμένη σε αποτυχία. Κάθε υποτιθέμενη λογική ευόδωση οδηγεί στο ίδιο, γνωστό ξεστράτισμα: σε συρρίκνωση του απείρου σε ένα περατό σύστημα σκέψης, παρ’ όλα τα φιλοσοφικοθεωρητικά μασκαρέματα, σε ένα είδωλο και όχι στον Θεό. Καθώς όλα αυτά τα πορίσματα απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, ενώ απλώς γεννούν μια εικονική πραγματικότητα στη συνείδηση, οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα πως τέτοιες απόπειρες είναι στο βάθος τους απόπειρες αυτοθέωσης, μια ακριβής επανάληψη του προπατορικού ολισθήματος, που οδηγούν σε κατάργηση κάθε κοινωνικής αναφοράς και τελικό χωρισμό από τον Θεό και τον συνάνθρωπο.

 

 

Η Αλήθεια ως Συνάντηση

 

Για να αποφύγει η Ορθόδοξη Εκκλησία τον γνωστικό πειρασμό και εντός των κόλπων της, μαζί με την καταφατική της θεολογία, που συνιστά απόπειρα περιγραφής μιας εμπειρίας, αυτής της αποκάλυψης του ίδιου του Θεού, ανέπτυξε ταυτόχρονα και την αποφατική θεολογία. Ο Θεός είναι, και συνάμα δεν είναι, καθώς είναι πέρα από την ύπαρξη. Είναι Θεός, και συνάμα υπέρθεος, γνωστός στην ιστορία και υπερβατικός.
Ιδιαίτερα η παλαμική θεολογία με τη διάκριση θείας ουσίας και ακτίστων θείων ενεργειών έδωσε τον 14ο αι. πολύ σοβαρές όσο και ριζοσπαστικές απαντήσεις στο ζήτημα της θεογνωσίας. Η χριστιανική πίστη υπόσχεται στον άνθρωπο τη θέωση, όχι όμως ως αφαιρετική σύλληψη μιας θείας ουσίας, ξένης στον άνθρωπο και την πεπερασμένη φύση του, αλλά ως μετοχή στις άκτιστες ενέργειες του Θεού, ως συνάντηση.
Αυτό είναι τελικά και το «καινό» που κομίζει το Ευαγγέλιο. Ο Χριστός είναι, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, η οδός, η αλήθεια και η ζωή. Ἐγὼ εμί… (Ιω 14, 6). Η αλήθεια δεν είναι μια αφηρημένη έννοια, αλλά ένα πρόσωπο, το πρόσωπο του Θεανθρώπου, που μέσα από γεγονότα, εξελίξεις, θαύματα, λόγους, παραβολές ή και αντιφάσεις μάς γνωρίζεται μέσα στην Ιστορία. Διόλου τυχαίο που τα ευαγγέλια δεν έχουν δοκιμιακό αλλά αφηγηματικό χαρακτήρα… Και οι εκπλήξεις και οι ανατροπές είναι συστατικό στοιχείο κάθε αφήγησης. Ο Θεός είναι ο Θεός των εκπλήξεων,[4] κι οι εκπλήξεις οι πιο δυσάρεστες αναμένουν πιθανώς εκείνους που θεωρούν πως Τον έχουν συλλάβει και Τον κατέχουν. Έτσι, οι μαθητές για να γνωρίσουν τον Κύριο έπρεπε να ερμηνεύσουν επιμέρους συμπεριφορές, πράξεις και λόγους ενός ανθρώπου, του Ανθρώπου, ο Οποίος για πρώτη φορά, ανατρέποντας τα δεδομένα και την τάξη, αποκάλυψε τον εαυτό Του σε μια γυναίκα κακότροπης συμπεριφοράς, αμφίβολης ηθικής διαγωγής και ασφαλώς ύποπτης καταγωγής, τη Σαμαρείτισσα. Η Σαμαρείτισσα κατανόησε πρώτη αυτό που οι ίδιοι οι απόστολοι άργησαν πολύ να αντιληφθούν, και μόνο μετά την Ανάσταση κατάλαβαν, ιδίως δε μετά την έλευση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή.
Σχετική λοιπόν η φύση της εξυπνάδας και της βλακείας, που συχνά αναδιπλώνονται στο Ευαγγέλιο με μιαν αντίστροφη προοπτική, σαν αυτή της βυζαντινής εικονογραφίας, κάποτε άλλοτε παραμορφώνονται σαν την πρισματική εικόνα του κυβισμού και άλλων νεότερων εικαστικών ρευμάτων…

 

 

Καὶ ὁ Ταπεινῶν Ἑαυτὸν ὑψωθήσεται

 

Με αγωνία η μητέρα των αδελφών Ζεβεδαίου ρωτούσε για την τακτοποίηση των γιων της στη Βασιλεία του διδασκάλου. Μα πόσες εκπλήξεις επεφύλασσε Εκείνος ακόμη… Εκείνος που διακήρυξε πως «μακάριοι ο πτωχο τῷ πνεύματι» (Μτ 5, 3), έπλυνε τα πόδια των μαθητών, δίδαξε το απίστευτο, πως «στις ν θέλ ν μν εναι πρτος, στω ὑμῶν δολος» (Μτ 20, 27). Γιατί «σονται ο σχατοι πρτοι», αλλά και «ο πρτοι σχατοι» (Μτ 20, 16).
Όλοι επιθυμούμε το συμφέρον μας. Νά μια λογική σκέψη! Μα μήπως γνωρίζουμε οι άνθρωποι το υπέρτερο συμφέρον μας; Μήπως, εξάλλου, ενεργούμε πάντα με βάση αυτό; Ήδη από το προπατορικό αμάρτημα, ο άνθρωπος ξεγελιέται ως προς το αληθινό συμφέρον του και μπαίνει σε περιπέτειες, γνωρίζοντας εμπειρικά το κακό. Εκτός των άλλων, το προπατορικό αμάρτημα είναι και ένα νοητικό ολίσθημα. Γιατί η έλλειψη πίστης αποδείχτηκε υψίστη ακρισία. Όμως, θα επανέλθουμε στο ζήτημα της σχέσης πίστης και κρίσης.
Ο πολύ σπουδαίος Ρώσος θεολόγος και μάρτυρας π. Αλεξάντρ Μεν λέει, επικαλούμενος σχετική ρήση του Φράνσις Μπέικον, ότι: «μόνο η επιφανειακή γνώση απομακρύνει από τον Θεό, ενώ η βαθιά γνώση αντιθέτως οδηγεί σ’ Αυτόν».[5]

 

 

Η Σχολή του Παραλόγου

 

Το βαθιά παράλογο της ανθρώπινης φύσης έχει αναδειχθεί, ιδίως από την τέχνη. Έχει θρέψει σχολές ολόκληρες. Στον σύγχρονο κόσμο, τα σημαντικότερα ρεύματα στο χώρο της τέχνης συνδέονται με όψεις του παραλόγου, ενώ παιδαριώδης αφέλεια φαντάζει μια επιφανειακή και προφανής προσέγγιση της πραγματικότητας, η ταύτιση της οντολογίας με τη φαινομενολογία, η μονολογική διάσταση.
Γράφει ο σπουδαίος λογοτέχνης, ποιητής και στοχαστής Θανάσης [Αθ. Κ.] Χριστοδούλου: «ο παραλογισμός είναι τυποποιημένο προϊόν πού παράγει συστηματικά και αποκλειστικά ο ορθός λογισμός».[6] Πράγματι, σήμερα δεν μπορεί κανείς πια να συμμερίζεται την αισιοδοξία για τα επιστημονικά επιτεύγματα, που διαπερνούσε την Ευρώπη του Διαφωτισμού. Ο άνθρωπος του 21ου αι. είναι πιο απαισιόδοξος, πιο γερασμένος αλλά και πιο υποψιασμένος.
Η δυσπιστία για την ορθολογική οργάνωση της ανθρώπινης φύσης, για τη δυνατότητα του ανθρώπου για μια ευθύγραμμη προοδευτική πορεία –όπου η πρόοδος θα γινόταν ο νέος (από μηχανής) θεός, και η αυτορρύθμιση όλων των κοινωνικών και υπαρξιακών ζητημάτων θα ερχόταν μοιραία (ή νομοτελειακά, όπως θέλετε…)– βαίνει διαρκώς αυξανόμενη.
Ας φέρουμε ένα μικρό, ελλαδικό παράδειγμα: Μια αντίθεση διαπερνά και σήμερα όλους τους πολιτικούς χώρους και τις διάφορες ιδεολογίες με τη μόρφωση δύο αντίρροπων μεταξύ τους τάσεων· οι μεν επικράτησε να αποκαλούνται «σκοταδιστές» (επωνυμία που δόθηκε προφανώς από τους αντιπάλους), οι δε «φωταδιστές» (η σκωπτική ανταπάντηση).[7] Σκοταδιστές είναι οι οπαδοί της παράδοσης, οι νοσταλγοί του Βυζαντίου, ενός –υποτιθέμενου– σκοτεινού μεσαίωνα, και φωταδιστές οι οπαδοί της Ευρώπης των Φώτων, αυτοί που ακόμη ελπίζουν στη δύναμη της τεχνολογίας ως πανάκεια. Και οι δύο θεωρήσεις στις ακραίες τους μορφές τείνουν να αποσιωπούν ουσιαστικά στοιχεία της αλήθειας. Παίρνοντας όμως ασφαλείς αποστάσεις από πρόσωπα και πράγματα στην Ελλάδα, θα σταθούμε σε μιαν αντίστοιχη συζήτηση είχε προηγηθεί στη Ρωσία του 19ου αι.
Με την καρδιά δοσμένη περισσότερο προς τους Σλαβόφιλους αντί για τους οπαδούς της Δύσης, όχι όμως και χωρίς να κρατά αποστάσεις ασφαλείας, ο πολύ σπουδαίος και προφητικός, καθόσον έμελλε να θέσει πρόωρα ζητήματα που απασχολούν εξίσου και σήμερα, συγγραφέας Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, απαντά με το έργο του στους οπαδούς του διαφωτισμού και ιδίως στον συμπατριώτη του Τσερνιτσέφσκι, που φαντάζεται ένα «κρυστάλλινο παλάτι» ως σύμβολο της ευκρίνειας, του ορθολογισμού και της προόδου.[8] Από την πρώτη στιγμή, αλλά ιδίως με το Υπόγειο και πέρα, ο Ντοστογιέφσκι προβαίνει σε μια διπλή κριτική για τον ορθολογισμό και την αισιοδοξία του για την πρόοδο, όσο και σε μια αισθητική κριτική για τον ρομαντισμό και την εξίσου αφελή αισιοδοξία του και μορφή του. Σε αντίθεση με το πλατσούρισμα σε μια ρομαντική ρηχότητα, ο Ντοστογιέφσκι κατέρχεται στα βάθη και μελετά τα ερέβη της ανθρώπινης ύπαρξης. Διόλου παράξενο που οι αρνητικοί ήρωες προβάλλουν στο έργο του ισχυρότεροι από τους θετικούς. Ο υποχθόνιος ήρωας του Υπογείου, αντιτάσσει σε κάθε ορθολογικό νόμο και σε κάθε κοινώς παραδεκτή «αλήθεια», την αλήθεια της ελευθερίας στα άκρα. Ο ήρωας αμφισβητεί το 2+2=4. Όμως, και ο μεταγενέστερος και ωριμότερος Ντοστογιέφσκι προτιμάει να διαλέξει τον Χριστό έναντι της «αλήθειας», αν υποτεθεί πως κάποιος του αποδείκνυε πως ο Χριστός δεν ταυτίζεται με την αλήθεια. Πολλά και πολύ σημαντικά για το θέμα θα μπορούσε να πει κανείς.[9] Εντέλει όμως, ο συγγραφέας δεν είναι ξεροκέφαλος, ούτε τυφλά προσκολλημένος σε μιαν ανούσια (χωρίς αλήθεια δηλαδή) πίστη. Αντίθετα, με εργαλεία καλύτερα ακόμα και από αυτά της θεολογίας, και χωρίς να θεολογεί με την έννοια του «δογματίζειν», κατάφερε ο λογοτέχνης να αναδείξει πως η αλήθεια δεν είναι μια «στατική ιδέα», αλλά πρόσωπο, ακριβώς στο πνεύμα μα και το γράμμα του Ευαγγελίου. Κατά συνέπεια, την αλήθεια δεν την κατακτά κανείς με την όποια επιστημοσύνη, αλλά με τη διαπροσωπική σχέση με το πρόσωπο του Χριστού και με όλους εκείνους, τους συνήθως απόκληρους, στο πρόσωπο των οποίων μπορεί κανείς να δει τον Χριστό.[10] Η διυποκειμενικότητα δεν είναι πια πικρό φαρμάκι, αλλά συνάντηση ζωής.

 

 

Φιλοσόφους Ασόφους Δεικνύουσα

 

Η ίδια η παράλογη φύση της νίκης του χριστιανισμού κατά τους πρώτους αιώνες ήταν στην ιστορία της αρχαίας Εκκλησίας βασικό επιχείρημα για την αλήθεια της. Το επιχείρημα αυτό αποκτούσε δύναμη μεγαλύτερη ακόμα, όταν διαπίστωνε κανείς πώς άνθρωποι αγράμματοι σαγήνευσαν όλη την οικουμένη και κατατρόπωσαν τους φιλοσόφους και τις διδαχές τους. Για να εξάρει μέχρι τα άκρα τη δύναμη αυτού του επιχειρήματος ο ιερός Χρυσόστομος, φθάνει να ισχυρίζεται κάτι ιστορικά σφαλερό και απολύτως αναληθές, ότι δηλαδή και ο απόστολος Παύλος ήταν αγράμματος![11]
Όμως, η νίκη αυτή επί της φιλοσοφίας δεν είναι μια νίκη επικράτησης, μια νίκη αριθμών. Σχετίζεται με την ποιοτική διαπίστωση για την αλλαγή ζωής που η νέα «φιλοσοφία» έφερε στις ζωές των πιστών της. Μια ηθική, αλλά κυρίως μια υπαρκτική υπεροχή τονίζεται από το σύνολο των Πατέρων.
Θα ήταν πάντως λάθος αν θεωρούσε κανείς ότι η ρήξη με τον αρχαίο κόσμο (όπου και η χρήση της λέξης έλλην με μειωτική σημασία) ήταν γενικευμένη ή ότι αφορούσε και άλλα πέρα από το θεμελιώδες ζήτημα, που είναι για τους χριστιανούς η πίστη στον ένα τριαδικό Θεό. Αντιστρέφοντας τη λογική (υπεροψία) των ελλήνων, που δέχονταν στη βάση του γένους ότι «πας μη έλλην βάρβαρος», όσο διασταλτικά και αν ερμηνευθεί αυτό, οι Πατέρες τόνισαν ομοθυμαδόν ότι και οι βάρβαροι δίδαξαν τους έλληνες φιλοσοφία!

 

 

Πίστη και Γνώση

 

Η «άλλη» λογική που έφερε ο χριστιανισμός ουδόλως σήμανε την περιφρόνηση της παιδείας, του συλλογισμού, της ανθρώπινης προκοπής και προόδου. Εδώ, η παραβολή των ταλάντων (Μτ 25, 14-30· Λκ 19, 11-27) θα είχε πολλά να πει. Γι’ αυτό και οι σπουδαιότεροι Πατέρες ήταν και ιδιαίτερα μορφωμένοι άνθρωποι, πολλοί εξ αυτών λόγιοι ή επιστήμονες. Όχι μόνο διέσωσαν πολλά αρχαία χειρόγραφα αλλά και το έργο τους στον εκχριστιανισμό πολλών ευρωπαϊκών λαών σήμανε την απαρχή του πολιτισμού των τελευταίων, το πέρασμά τους από την προϊστορία στην ιστορία. Αυτό εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε σε θέση να το εκτιμήσουμε, περήφανοι καθώς αισθανόμαστε για τον αρχέγονο πολιτισμό μας. Οι νεότεροι όμως ευρωπαϊκοί λαοί, τα γερμανικά φύλα στη Δύση και τα σλαβικά στην Ανατολή, ιδίως δε τα τελευταία, περνούν από την προφορική τους παράδοση σε μια πιο συγκροτημένη αυτοσυνειδησία, όπου και η γλώσσα τους οργανώνεται σε γραπτή, ταυτόχρονα με τον εκχριστιανισμό τους.
Η ευαγγελική ιστορία όμως του «Άπιστου Θωμά» (πρβλ. Ιω 20, 24-29) τα λέει όλα για τη σχέση πίστης και κρίσης / γνώσης. Ο Θωμάς ήθελε να ψηλαφήσει με τα ίδια του τα χέρια τους «τύπους τῶν ἥλων» (τα σημάδια των καρφιών), και ο Κύριος ενέδωσε σε αυτή τη διαδικασία. Συνάμα είπε: «μακάριοι ο μ δόντες κα πιστεύσαντες»· όχι για να αρνηθεί την ερευνητική διαδικασία, αλλά για να μακαρίσει εμάς, τις ερχόμενες γενεές, που πιστεύουμε εμπιστευόμενοι την πίστη των Πατέρων μας και των Αποστόλων δίχως οι ίδιοι να έχουμε το προνόμιο να γνωρίσουμε τον Θεάνθρωπο στην εδώ βιοτή Του. Για να μην διατηρείται καμία αμφιβολία, σημειώνουμε ότι ο Άπιστος Θωμάς είναι μεγάλος άγιος και απόστολος της Εκκλησίας μας. Εξάλλου, την ίδια διαδικασία επανέλαβε πλειστάκις ο αναστηθείς Κύριος, σύμφωνα με τις παραλλαγές των τεσσάρων Ευαγγελίων, μέχρι να αποδεχτούν όλοι την –αντίθετη σε κάθε λογική και σε κάθε ώς τότε πείρα– απτή πραγματικότητα της Αναστάσεως. Έτσι, πρώτα τον συνάντησαν οι μυροφόρες και μετά την αρχική ταραχή τους πείστηκαν. Οι απόστολοι όμως δυσπίστησαν, μέχρι που τους συνάντησε ο ίδιος ο Κύριος. Η μία αφήγηση αφορά τη συνάντηση με δύο μαθητές στην πορεία προς Εμμαούς (Λκ 24, 13-35· πρβλ. Μκ 16, 12-13). Ακολούθως, ο Κύριος ήρθε και συνάντησε τους έντεκα (Μκ 16, 14· Μτ. 28, 16-20 (και εδώ ορισμένοι αμφέβαλαν, στ. 17)· Λκ 24, 36-49· Ιω 20, 19-23).  Στην αφήγηση του Ιωάννη είχε δει τους μαθητές του απόντος του Θωμά. Γι’ αυτό ιδιαίτερα αναφέρεται ακολούθως στο Ευαγγέλιό του και αυτή η διαδικασία, να έρθει ο Κύριος και να παραδώσει στον Θωμά τα χέρια του προς ψαύση, πειστήρια του σταυρικού θανάτου και της Αναστάσεως. Πρόκειται για μια ερευνητική διαδικασία στην οποία ο Κύριος συγκατένευε κατ’ επανάληψη για να δείξει σε όλους τον δρόμο της πίστης μετά γνώσεως.
Υπάρχουν, ασφαλώς, ζητήματα καλυμμένα, με πέπλα μυστηρίου, άχρι καιρού. Πιστεύουμε όμως στον Κύριο γιατί Τον γνωρίζουμε ως αγάπη, μέσα από την Αποκάλυψη του προσώπου Του.
«Ξενίας δεσποτικς, κα θανάτου τραπέζης, ν περώῳ τόπῳ, τας ψηλας φρεσί, πιστοί δεῦτε πολαύσωμεν, παναβεβηκότα λόγον, κ το Λόγου μαθόντες, ν μεγαλύνομεν», ψέλνουμε τη Μεγάλη Πέμπτη.[12]
Ο Δεσπότης μας θα είναι πάντα ξένος και θα τον ξενίζουμε μέσα μας για να Τον «απολαύσουμε», δηλαδή να τον γνωρίσουμε όχι μόνο με το νου αλλά και με τις αισθήσεις. Εξάλλου, Αυτός μας ξενίζει, μας φιλοξενεί στον υπερώο τόπο, στην αθάνατη αγία Του τράπεζα, με το Σώμα και το Αίμα Του, ως προσφέρων και προσφερόμενος.
Τας ψηλαῖς φρεσί, λόγον κ το Λόγου πολαύσωμεν, σε μια λατρεία του ὑπὲρ λόγον Λόγου, ἐξ ὅλης καρδίας, ξ λης ψυχς κα διανοίας. Λογοπαίζουμε, αλλά δεν παίζουμε. Αν κάτι από αυτά τα στοιχεία λείπει, ακόμα κι αν λείπουν τα ταπεινά υλικά στοιχεία της λατρείας, η γνώση της αλήθειας δεν ανάγεται στην καθολικότητα, παραμένει μερική, αιρετική, αποσπασματική. Όπως ο Χριστός προσέλαβε όλο τον άνθρωπο γενόμενος άνθρωπος, έτσι κι εμείς ολόκληροι, με την ψυχή, την καρδιά, τις αισθήσεις και τη διάνοιά μας κλίνουμε το γόνυ και λατρεύουμε τον Χριστό. Και έτσι οδηγούμαστε σε «απόλαυση» και χαρά, καθώς η αλήθεια θα μας ελευθερώσει.

 

 

Λίγα Λόγια για το Σήμερα… ή

…Μωραίνει Κύριος Ὃν βούλεται πωλέσαι

 

Είναι απορίας άξιο πώς στη σημερινή εποχή της πληροφόρησης χωράει τόση παραπληροφόρηση. Είναι απορίας άξιο πώς ο σημερινός άνθρωπος χάνεται κάτω από το βάρος πληροφοριών που δεν δύναται να αξιολογήσει, γιατί έχει χαθεί η ραχοκοκαλιά που δομεί, συνέχει και οριοθετεί τη σκέψη. Είναι απορίας άξιο γιατί οι άνθρωποι τόσο πολύ, με καταναλωτική μανία σχεδόν, προσφεύγουν στις άλογες λατρείες της νέας εποχής. Η διάθεση του σύγχρονου ανθρώπου να χωρέσει τον κόσμο όλο αλλά και τον αχώρητο Θεό στη σμικρότητα της ύπαρξής του ξεχειλώνει την κοφτερή ακμή της νόησης, διαμορφώνει παχυλή τη συνείδηση και πλαδαρή την προσωπικότητα. Ο άνθρωπος γίνεται «γενικοάνθρωπος», όπως επισημαίνει ο Ντοστογιέφσκι και ερμηνεύοντάς τον ο άγιος (και επισήμως τώρα πια) Ιουστίνος Πόποβιτς. Στη χύτρα του ανθρώπινου στοχασμού κοχλάζει μια σούπα ετερόκλητων στοιχείων, όπου δεν ξεχωρίζει κανείς πλέον ούτε το κρέας ούτε το ψάρι ή τα μυρωδικά, καθώς όλα έχουν γίνει μια άγευστη μάζα.
Η διάχυση αυτή της προσωπικότητας μπορεί να οδηγήσει σε διάθλαση και διάσπαση. Κοινό στοιχείο στα περισσότερα θρησκευτικά μορφώματα της διάχυτης θρησκευτικότητας του σήμερα είναι η έλλειψη ουσιαστικής συγκρότησης, η έκπτωση σε μια διαδικασία «ατομικής» θρησκείας (σχήμα εξ ορισμού οξύμωρο) και εξατομικευμένης «σωτηρίας», ή και ο εγκλεισμός σε περίκλειστες ομάδες.
Όπως ο Κύριος δεν δίδασκε θεωρητικολογίες, γενικολογίες και αοριστίες, έτσι και ο σύγχρονος θεολογικός λόγος οφείλει να σαρκώνεται απτά και συγκεκριμένα.
Ανησυχεί λοιπόν ιδιαίτερα τον σύγχρονο θεολόγο, όταν φαινόμενα νεοεποχίτικης θρησκευτικότητας καλλιεργούνται και μέσα στον ορθόδοξο κόσμο, και δη από πνευματικούς και γέροντες (συχνά νεαρότατους σε ηλικία). Για κάποιους το δόγμα δεν είναι η υπαρκτική αλήθεια και η καταγραφή μιας εκκλησιαστικής εμπειρίας, αλλά το σκληρό εκείνο κέλυφος που προφυλάσσει και συνάμα μαντρώνει τους οπαδούς.
Είναι τραγική ειρωνεία και τραγωδία απλώς, όταν κάποιοι τέτοιοι πνευματομάχοι πνευματικοί ξιφουλκούν κατά της κριτικής σκέψης, στο όνομα της από μέρους τους κατοχής του Αγίου Πνεύματος. Τα δώρα του Πνεύματος χαρίζονται απλόχερα, αλλά ουδέποτε κατέχονται.
Οι άνθρωποι αυτοί ισχυριζόμαστε ότι στηρίζουν το κύρος τους στο σχήμα που φέρουν, αλλοιώνοντας το αληθινό νόημά του και παραγνωρίζοντας τη σοφή λαϊκή ρήση ότι «τα ράσα δεν κάνουν τον παπά». Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα πετύχαιναν μεταξύ ισοτίμων σε κανένα επάγγελμα… Επαγγέλλονται όμως ως «πατέρες», αλλά κατ’ αλήθειαν πάτρονες, τη σωτηρία των οπαδών τους, καλώντας τους ως νέοι ψευδοπροφήτες σε τυφλή υποταγή στους άνομους σκοπούς τους. Τέτοιοι ­–εξαιρέσεις ευτυχώς– «πνευματικοί», δεν θα οδηγήσουν ποτέ κανέναν άνθρωπο στην ν Χριστῷ ελευθερία, αλλά θα τους κρατήσουν όλους σφιχτοδεμένους γύρω από το ράσο τους στην αυτολατρία του προσώπου τους. Εδώ βρίσκεται η ανομία. Η κριτική σκέψη είναι γι’ αυτούς ο υπέρτατος τρόμος, όπως για κάθε δεσποτική εξουσία η ελευθερία του λόγου.
Όμως και τα πνευματικοπαίδια δεν χρειάζεται να αποδέχονται την καλλιέργεια της βλακείας. Πουθενά δεν συνάδει κάτι τέτοιο ούτε με το Ευαγγέλιο ούτε με τη μακραίωνη παράδοση των Πατέρων. Πρόκειται για μια ραγιάδικη παραφθορά και αλλοίωση του ήθους της Ορθοδοξίας. Λέει ο σπουδαίος γέροντας Νικολάε Στάινχαρτ:
«Χίλιοι διαόλοι με πιάνουν όταν βλέπω μερικές φορές να μπερδεύεται ο χριστιανισμός με τη βλακεία, με ένα είδος ηλίθιας και δειλής ευσέβειας, λες και η αποστολή τού χριστιανισμού είναι ν’ αφήσει τον κόσμο να εξευτελίζεται από τις δυνάμεις τού κακού, ενώ ο ίδιος ο χριστιανισμός να διευκολύνει τις ανομίες, δεδομένου ότι είναι εξ ορισμού καταδικασμένος σε παραπληγία. […] Ο ανίκανος και αδύναμος χριστιανισμός είναι αιρετική αντίληψη […]. Πουθενά και ποτέ δεν μας ζήτησε ο Χριστός να είμαστε ηλίθιοι. Μας ζητά να είμαστε καλοί, ήρεμοι, ταπεινοί, αλλά όχι βλάκες. Πώς θα μπορούσε να εξυμνήσει τη βλακεία Εκείνος που μας έδωσε τη συμβουλή να επαγρυπνούμε συνεχώς για να μην νικηθούμε από τον σατανά;»[13]
Παρόμοια απατηλή μπορεί να είναι και μια υπερκριτική διάθεση ορισμένων «προοδευτικών» θεολόγων, των οποίων ο «προοδευτισμός» και η «επαναστατικότητα» δεν έρχονται ως γνήσια έκφραση των καρπών της πίστης, αλλά λειτουργούν ως φύλο συκής, που μόλις και μπορεί για ένα άπειρο βλέμμα να καλύψει την αδηφάγο, εξουσιαστική, ομού και υπηρετική διάθεση για την εξουσία. Όσοι επιλέγουν να εξουσιάζουν, υπηρετώντας την εξουσία και τους σκοπούς της, αντλώντας δύναμη από τη δύναμή της, κινδυνεύουν να οδηγήσουν με τη μαεστρία της ευγλωττίας τους τον κόσμο σε επικίνδυνες ατραπούς. «Βλέπε χρημάτων ραστ, τὸν δι τατα γχόνη χρησάμενον, φεγε κόρεστον ψυχν τν Διδασκάλῳ τοιατα τολμήσασαν», ψάλλουμε για τον Ιούδα στον όρθρο της Μεγάλης Πέμπτης. Ας με συγχωρέσουν κάποιοι αδελφοί και αδελφές για όσα τόσο αυστηρά λέω. Ίσως δεν αναφέρομαι σε κανέναν συγκεκριμένα, αλλά μου έρχονται στο νου πειρασμοί με τους οποίους παλεύουμε όλοι, και κάποτε κινδυνεύουμε να γλιστρήσουμε.
Πιστεύουμε βαθύτατα ότι η κριτική σκέψη και καμιά φορά η δυσπιστία διασώζει.
Η αλήθεια όμως είναι ότι η πίστη είναι αυτή που σώζει.
Ως παιδαγωγοί, ως γονείς και ως δάσκαλοι γενικότερα διδάσκουμε τους ανθρώπους, την ευθύνη των οποίων φέρουμε μερικώς στους ώμους μας, να μην έχουν τυφλή εμπιστοσύνη. Η γενικευμένη όμως δυσπιστία στις ανθρώπινες σχέσεις οδηγεί τον άνθρωπο σε μια μίζερη, συρρικνωμένη και μοναχική ύπαρξη. Η καλοπιστία –και όχι η ευπιστία– καλλιεργεί την αγάπη και την ισόρροπη κοινωνική και πνευματική ύπαρξη.
Στον οικονομικό τομέα, η δυσπιστία μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι σημαντικό μέρος του προβλήματος και η επανάκτηση της «εμπιστοσύνης» των αγορών –κάτι αναμφίβολα αδύνατο χωρίς τη βελτίωση των πραγματικών συνθηκών– υπόσχεται την πολυπόθητη ρευστότητα που ίσως κινήσει την οικονομία.
Η θεολογία δεν είναι ξένη προς την εμπειρία της καθημερινότητας, ακόμα και αυτή της οικονομικής ζωής: Η θεολογία είναι κυρίως (θεία) οικονομία.
Η πίστη και η εμπιστοσύνη μας προς τον Θεό στηρίζεται στη βεβαιωμένη και κριτικά επεξεργασμένη γνώση μας (δηλαδή της κοινότητας των μαθητών, της Εκκλησίας) του Θεού ως αγάπης, γνωστού στην Ιστορία και προαιώνιου Λόγου.
Αφουγκραζόμαστε τα κύματα της Ιστορίας και γνωρίζουμε τον Περιπατοντα ἐπὶ τῶν ὑδάτων. Ακούμε και κρίνουμε και υπακούμε –όχι τις μωροδοξίες ανθρώπων αλλά– τον γενόμενο υπήκοο μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Ο απόλυτος παραλογισμός του σταυρωμένου Θεού θα μας οδηγήσει στην έλλογη χαρά και βεβαιότητα της Αναστάσεως.




[1] Νικολαε Σταϊνχαρτ, Το Ημερολόγιο της Ευτυχίας, μτφρ. Νεκτάριος Κουκοβίνος, Μαΐστρος: Αθήνα, 32010, σελ. 388.
[2] π. Αλεξανδροσ Σμεμαν, Έσχατος Εχθρός καταργείται ο Θάνατος, Εν Πλώ: Αθήνα, 22004, σελ. 55-62.
[3] Ένα ερώτημα που απασχολεί ήδη την Παλαιά Διαθήκη και όλη την παράδοση έκτοτε, με επικρατούσα διατύπωση: Τί τι δς σεβν εοδοται; Ιερ 12, 1. Πρβλ. Ιώβ 21, 7: Διὰ τί σεβες ζσιν, πεπαλαίωνται δκαὶ ἐν πλούτῳ; Γενικά το βιβλίο του Ιώβ είναι δομημένο πάνω σε ερωτηματικές προτάσεις, περισσότερο ίσως από κάθε άλλο βιβλίο της Αγίας Γραφής. Η απορία και η απόκριση για το θέμα της θεοδικίας είναι η καρδιά του βιβλίου.
[4] Τη φράση αυτή την έχω ακούσει από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο, και την έχω διαφυλάξει στη μνήμη, αφενός για να μην εμπιστευόμαστε όσους διερμηνεύουν μονοσήμαντα το θείο θέλημα (καθυποτάσσοντάς Το στην ιδία τους βούληση ή έστω στη στενωπό της ανθρώπινης λογικής τους) κι αφετέρου για να διατηρούμε τη ζωτική για το ενδιαφέρον της ζωής γνωστική απορία.
[5] π. Αλεξαντρ Μεν, Πιστεύω, Μαΐστρος: Αθήνα, υπό έκδοση.
[6] Στο δέκατο, προτελευταίο κεφάλαιο  «Το Δίλημμα» της αδημοσίευτης νουβέλας του Ο Πηγάδης, που είχαμε την τιμή και τη μεγάλη χαρά να διαβάσουμε.
[7] Πρόκειται για λεκτικό σχήμα-ευφυολόγημα που εισήγαγε εύστοχα ο Κώστας Ζουράρις. Ο ίδιος τους ονόμαζε και με τον βαρύτερο χαρακτηρισμό Ευρωλιγούρηδες, κατηγορώνας τους έμμεσα και για ένα δουλικό και υπηρετικό πνεύμα προς μια ορισμένη (ξένη;) κουλτούρα και συνάμα οικονομική δύναμη.
[8] Τις απόψεις αυτές διατυπώνει ο Τσερνιτσέφσκι στο έργο του με τον αποκαλυπτικό τίτλο «Τι να κάνουμε;» Είναι προφανές ότι το ζήτημα της «αλήθειας» δεν έχει απλώς γνωσιακό αλλά και κανονιστικό για τη ζωή χαρακτήρα.
[9] Περισσότερη βιβλιογραφία και μεγάλο μέρος της συζήτησης ξεδιπλώνουμε σε ήδη δημοσιευμένα άρθρα μας για τον Ντοστογιέφσκι (Σύναξη 68, 99-110· 69, 100-114· Νέα Εστία 1749, 483-496· Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας, Μεγάλη Πέμπτη 5 Απριλίου 2007). Το μεγαλύτερο όμως μέρος του σχετικού υλικού περιλαμβάνεται σε αδημοσίευτη ακόμη μελέτη με αφορμή αρχική διάλεξη στο Εργαστήρι Τέχνης του Πολιτιστικού Κέντρου Χαλκίδας.
[10] Πρβλ. την παραβολή της Τελικής Κρίσης, Μτ 25, 31-46.
[11] Σ γρ κενό μοι δεξον, ε Πέτρος λόγιος ν κα Παλος. Αλλ’ οκ ν χοις· διται γρ σαν κα γράμματοι (Ες τν Α΄ Κορ., Γ΄, δ΄/ PG 61, 27[Ba]). Ενδιαφέρον με πόσο μαχητικό ύφος υποστηρίζει ο άγιος διά ρητορικής ερωτήσεως (κάτι που συνήθιζε, να εμπλέκεται δηλαδή σε νοητό διάλογο με το ακροατήριό του) την επιχειρηματολογία του! Πρβλ. και Ες τν γιον πόστολον Παλον, Δ΄, δ΄/ PG 50, 490[Db]-491[Ab]).
[12] Καταβασία όρθρου.
[13] Νικολαε Σταϊνχαρτ, Το Ημερολόγιο της Ευτυχίας, μτφρ. Νεκτάριος Κουκοβίνος, Μαΐστρος: Αθήνα, 32010, σελ. 30-31. Η αξία της θεώρησής του για τη διωκόμενη Ορθοδοξία στην πατρίδα του ήταν ανυπολόγιστη.