Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μαΐστρος,
υπηρετώντας διττά τη σειρά Σπουδή των Πατέρων
και τη σειρά Ιεραποστολικές Σπουδές
το νέο μου βιβλίο.
Ακολουθεί ο πρόλογος.
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν καὶ κύμβαλον ἀλαλάζων. (Α΄ Κορ. 13,1)
Σε μια παράδοση όπου η αλήθεια ταυτίζεται με την αγάπη, καθώς «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί» (Α Ἰω. 4,8), το ζήτημα της προσέγγισης του άλλου αποκτά χαρακτηριστικά ζωτικής σημασίας, ποιότητες που σχετιζονται με την αλήθεια της ζωής. Η πρόσδοση, εξάλλου, ενός νοήματος ζωής έξω από την αγάπη, η ανάπτυξη ενός ισχυρισμού ότι θα αληθεύει τυχόν κανείς χωρίς να αγαπά, συνιστά οξύμωρο η αντιφατικά αντίθετο σχήμα προς τη χριστιανική διδασκαλία, ήδη από την παύλειο και ιωάννειο καταγραφή και ερμηνεία της πολιτείας του ενυπόστατου θείου Λόγου. Με κορυφαίες τις παύλειες και ιωάννειες διατυπώσεις, η σύνολη αρχέγονη παράδοση της Εκκλησίας συνομολογεί την πλήρη ταύτιση αλήθειας και αγάπης στην Αγία Τριάδα.
Με τριαδικό τρόπο καλούμαστε να βιώνουμε τη ζωή μας και να υπάρχουμε εν κοινωνία. Και ασφαλώς η κοινωνία αυτή δεν περιορίζεται σε ένα κλειστό σύνολο ανθρώπων, αντίθετα εκτείνεται απεριόριστα, όπου υπάρχουν άνθρωποι, ακόμα και στους εχθρούς.
Η βίωση αυτής της κλήτευσης στον μετανεωτερικό μας κόσμο, τον κόσμο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, η οποία όμως δεν συνεπάγεται συνάμα και μια ουσιαστική ανθρώπινη κοινότητα, μια οικουμενική ενότητα η έστω μια στοιχειώδη αδελφοσύνη και εύρυθμη κοινωνική συνύπαρξη, είναι ζήτημα σύνθετο.
Άλλοτε η δική μας «αλήθεια» οχυρώνεται σε ομάδες συμφερόντων έτοιμες να κατατροπώσουν όποιον τους αντιταχθεί, άλλοτε η αγάπη μας ξεχειλώνει χάνοντας τη διάκριση ταυτότητας και ετερότητας, φεύγοντας από την υπηρεσία της αλήθειας και τελικώς αυτοακυρούμενη.
Κι ενώ οι ποικίλες κοινωνικές ιεραρχίες και εξουσίες αυτοοργανώνονται γύρω από ομαδοποιήσεις, συχνά καθώς τείνουν προς την απολυτότητα (και κάθε εξουσία έχει από τη φύση της αυτή τη ροπή) οδηγούνται συνάμα σε μια κοινωνική «αίρεση»: εκλαμβάνουν το μέρος ως το όλον. Τεχνηέντως αγνοούν το υπόλοιπο, τους «άλλους», και επικεντρώνονται στο δίκιο της ομάδας, στην οποία προσδίδουν διαστάσεις ψευδεπίγραφης καθολικότητας. [Ασφαλώς εν προκειμένω δεν αναφέρομαι στην Εκκλησία, η οποία δεν (πρέπει να) λειτουργεί ως ομάδα, αλλά ως το σώμα του Χριστού].
Η αυτοπεριχαράκωση οδηγεί στο φόβο του άλλου, από την καλλιέργεια του οποίου και αυτοαναπαράγεται, σε φαύλο κύκλο· η δε καλλιέργεια του φόβου οδηγεί μοιραία στη μισαλλοδοξία.
Ολότελα ξένοι προς τέτοιες νοσηρές καταστάσεις δεν είμαστε όσοι διακονούμε τον θεολογικό λόγο. Πέρα από τις πιο ακραίες τοποθετησεις που είτε επενδύουν στην αλήθεια σε βάρος της αγάπης είτε σε μια αγάπη που ξεχειλώνει σε βάρος της αλήθειας, ακυρώνοντας με τούτο το οξύμωρο τις ίδιες τις έννοιες, όπως δείξαμε εξαρχής, ακόμα και πιο μετρημένες τοποθετήσεις καλοπροαίρετων και καλόπιστων ανθρώπων έρχονται αντιμέτωπες με δυσχέρειες κατά την προσπάθεια πρακτικής σύνθεσης και εφαρμογής.
Καθώς καλούμαστε να ζήσουμε σε ένα παγκόσμιο χωριό, είναι αδύνατο πια, ακόμα κι αν εθελοτυφλούμε πλήρως, να αποφύγουμε την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Εδώ έρχεται επίκουρος η εμπειρία, η μακραίωνη πείρα της παράδοσης, η κοινή συνείδηση των πατέρων των προ ημών και της Εκκλησίας, στη συγχρονική και διαχρονική της ενότητα εν Αγίω Πνεύματι.
Η πατερική εμπειρία δεν μπορεί ασφαλώς να μεταφέρεται άκριτα σε συνθήκες ανόμοιες, ούτε να τυγχάνει δουλικής μίμησης αλλά δημιουργικής αφομοίωσης, της οποίας όμως πρέπει να προηγηθεί η βαθιά κατανόηση και ερμηνεία στο ιστορικό της συγκείμενο.
Από τον πλούτο της παράδοσης επιλέξαμε να μελετήσουμε την πολύτιμη παρακαταθήκη του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου για το ζήτημα της προσέγγισης των εθνικών. Η αλήθεια και η αγάπη έρχονται εδώ σε δημιουργικό διάλογο και με τη θεμελιώδη έννοια της ελευθερίας. Οι λόγοι της συγκεκριμένης επιλογής αναπτύσσονται διεξοδικά στην Εισαγωγή αυτής της εργασίας.
Το ερευνητικό μας ταξίδι ήταν μακρόχρονο, περιπετειώδες, κάποτε υπερβαλλόντως κοπιαστικό, αλλά ουδέποτε στερούμενο ενδιαφέροντος. Το ταξίδι αυτό μας αντάμειψε με νάματα πολύτιμα και ήταν αγωγός γνώσης και πείρας και πρόξενος συνεπώς μεγάλης χαράς.
Το ταξίδι επίσης ετούτο, αν και άθλημα μοναχικό, δεν ήταν ασυνόδευτο. Στην πορεία αυτή οφείλω να ευχαριστήσω τους καθηγητές μου: τον μακαριστό Μάρκο Ορφανό, τους Hans-Martin Barth και Hans-Jürgen Greschat. Ιδιαίτερα ευχαριστώ τον καθηγητή μου κ. Πέτρο Βασιλειάδη για την καθοδήγηση και επίβλεψή του και την καθηγήτρια κ. Δήμητρα Κούκουρα για την καθοδήγηση και την ενθάρρυνσή της.
Ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, μορφή την παρουσία της οποίας θυμάμαι στη ζωή μου όσο μπορεί να ανακαλέσει η μνήμη μου, εμπλούτισε τη μεγάλη αγάπη μου για τη Θρησκειολογία και την Ιεραποστολική, φωτίζοντάς τα με την εμπειρία της πράξης, όσο μπόρεσα κοντά του να τη γευτώ.
Σε πολλούς φίλους οφείλω πολλά. Όμως, με το χρόνο, συζητήσεις, σκέψεις, ιδέες, που έχουν ασφαλώς κάποια καταγωγή και δεν γεννήθηκαν στο κενό, έχουν γίνει τόσο πολύ δικές μου, που δεν γνωρίζω πια που να αποδώσω τα οφειλόμενα. Όλοι έχουν συμμετοχή στο αποτέλεσμα.
Για ζητήματα τυποτεχνικής επιμέλειας οφείλονται πάρα πολλά στον φίλο ποιητή, φιλόλογο και επιμελητή εκδόσεων Δημήτρη Αρμάο, που σήμερα αναπαύεται μετά των δικαίων. Πολλά με δίδαξε και η μακαριστή πια επίσης φίλη επιμελήτρια κ. Άννα Περιστέρη καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων. Ευχαριστώ εξάλλου τη Μυρτώ Μπαλή για τον κόπο και το μόχθο να μεταγράψει πρώιμο λείμμα της εργασίας μου από ένα παλαιότερο πρόγραμμα του υπολογιστή, σε σύγχρονο, συμβατό και επεξεργάσιμο. Η Δρ. Ελισάβετ Θεόκριτοφ, πολύτιμη φίλη και συνεργάτις σε όλο το διάβα των καιρών, μετέφρασε στα αγγλικά την περίληψη της εργασίας αυτής. Μεγάλη η οφειλή.
Ένα πρόσωπο ακόμα στάθηκε πάντα δίπλα μου και αδιάκοπα με ενθάρρυνε. Με τον τρόπο του μου υποδείκνυε μια οφειλή και γλυκά πάντα μου την υπενθύμιζε. Πρόκειται για τον Δρ. Θεολογίας κ. Ιωάννη Λάππα, αδελφικό φίλο του πατέρα μου, με τον οποίο μοιράζομαι πολλά κοινά, μεταξύ των οποίων και τη συμ-μαθητεία μας στον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο. Πολλά οφείλω και στον φίλτατο μακαριστό καθηγητή Μιχ. Κ. Μακράκη, για παρόμοιους λόγους και όχι μόνο.
Η οικογένειά μου, η μητέρα μου, ο σύζυγός μου Δημήτρης και τα παιδιά μου, είναι καιρός να χαρούν μαζί μου, αφού τους παίδεψα τόσο πολύ.
Τώρα που ο πατέρας μου δεν είναι πια στη ζωή, ας χαρεί πια κι αυτός από ψηλά... Δεν έχω λόγια να εκφράσω τι σήμαινε για μένα ο Ηλίας Βουλγαράκης και τα όσα με δίδαξε για τη ζωή μέσα από το λόγο του και το παράδειγμά του. Εκείνος ήταν που μου ενέπνευσε την αγάπη στην Ιεραποστολική και τη Θεολογία. Μια θεολογία ανοιχτών οριζόντων, αγάπης πλέριας που έξω βάλλει τον φόβον (Α Ἰω. 4,18). Καθώς ο Ηλίας έφυγε νωρίς, πολλά έπρεπε να τα ανακαλύψω πάλι εκ νέου ακολουθώντας τα ίχνη του, κυρίως στα γραπτά του. Η εργασία αυτή είναι ελάχιστη οφειλή στο πρόσωπό του και του αφιερώνεται ολόψυχα.
Ξεκινώντας να χαίρομαι την ελευθερία που γεννά η ολοκλήρωση αυτού του έργου, ας πούμε τω Θεώ δόξα. Αναξίως μας αξίωσε...
Το βιβλίο θα το βρείτε εδώ:
Αποσπάσματα από το βιβλίο, ιδίως τα περιεχόμενα, στη σελίδα μου στην Academia.edu.