17 Μαρ 2013

Σαρακοστή κάθε Μέρα μέχρι το Πάσχα



Έριν Κόουντ, Συλλαβόγριφος.

Τεντώθηκε σαν γάτα. Χάρηκε το κορμί της και το κορμί του. Χουζούρεψε δίπλα του ώρα πολλή. Εκείνος κοιμόταν. Οι σκέψεις της έτρεχαν από το ένα στο άλλο, δίχως κόπο, δίχως βιάση, δίχως ιδιαίτερη τάξη και σειρά. Η μεγαλύτερη θα ερχόταν αύριο με τον άντρα της και το αμίμητο εκείνο μικρό, που έφερνε το γέλιο ακόμα και με το κλάμα του. Ο μικρός θα έβγαινε σήμερα. Ίσως να ξύπναγε αύριο κατά τη μία. Οι δυο τους θα πέρναγαν το βράδυ. Σαν να μην είχαν έγνοιες, σαν να μην είχανε παιδιά, σαν να μην είχανε περάσει τα χρόνια.
Δεν θα άκουγαν ειδήσεις. Θα έβαζαν τραγούδια, θα έπιναν κόκκινο μπρούσκο κρασί. Θα απόκρευαν, με δυο μπριζόλες στο τζάκι. Μια σαλάτα, λίγο ρύζι. Τίποτε άλλο. Η απλότητα είχε κατακτηθεί με τα χρόνια. Η απλότητα ταίριαζε με τη γύμνια. Δεν είχες να κάνεις το ένα ή το άλλο, ένα κολαστήριο από δουλειές, για να αποκάμεις οριστικά πριν αρχίσει η γιορτή. Η γιορτή ήταν εκεί, μεταξύ τους. Ήταν το βράδυ της συγνώμης… Συγχωρέθηκαν όλα, όλα λησμονήθηκαν… Ένα γέλιο κι ένα σμίξιμο χωρίς βαρίδια, η καλύτερη γιορτή… Δεν ήθελε να τελειώσει το απόγευμα. Δεν βιαζόταν να έρθει το βράδυ…
Σάλεψε κι εκείνος χουζουρλίδικα και ζήτησε καφέ. Ήπιαν τον καφέ, αργά, κάναν τα τσιγάρα τους. Είχε νυχτώσει για καλά. «Θα ψήσουμε;» τον ρώτησε. «Σηκώνομαι», της είπε.
Έφερε τα ξύλα τα ψιλά, τα στοίβαξε, φούντωσε η φωτιά αμέσως. Η ώρα κόντευε 9. Άνοιξε την τηλεόραση. «Τηλεόραση;» τον ρώτησε εκείνη, που δεν την είχε περιλάβει στα σχέδιά της. «Σήμερα έχουμε το θέμα της Κύπρου, πρέπει να δούμε», της είπε.
Άνοιξαν την τηλεόραση. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος, με όψη και κουστούμι που απέπνεαν σιγουριά, εξηγούσε στον κυπριακό λαό το προσωπικό του δράμα και τα διλήμματά του. Επεσήμαινε το θάρρος που χρειάζονταν οι αποφάσεις του.
Ακολούθησαν κι άλλοι κι άλλοι, ένα κομπολόι από δηλώσεις. «Εφάπαξ θα είναι η φορολόγηση των καταθέσεων», διαβεβαίωνε ο πρόεδρος και το ζευγάρι κοιτάχτηκε.
«Μάλλον τον πιστεύουν», μονολόγησε εκείνος.
«Αυτό είναι το αστείο, πως πιθανότατα τον πιστεύουν», δευτέρωσε κι εκείνη.
Βγήκαν οι μπριζόλες. Ανόρεχτα και σιωπηλά έφαγε το ζευγάρι, με την αίσθηση ότι το ίδιο έργο το είχε ξαναδεί
Ήπιαν το κρασί, και ήπιαν κι άλλο, κι άλλο. Δεν τσούγκρισαν, όπως λογάριαζαν.
«Από αύριο Σαρακοστή», της είπε με νόημα.
«Ναι από αύριο και κάθε μέρα, μέχρι το Πάσχα», κούνησε το κεφάλι της συναινώντας στο αυτονόητο.

5 σχόλια:

Θανάσης Μουστάκης είπε...

Πόσο εύθραυστες είναι τελικά οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Πόσο εύκολα επηρεάζονται από φαινομενικά αδιάφορα περιστατικά! Πόση λεπτότητα και διάκριση χρειάζεται για να τα υπερβούμε!

Καλή Σαρακοστή! Με το καλό και το Πάσχα!

Evi Voulgaraki είπε...

Δεν είναι βέβαια τόσο αδιάφορο το περιστατικό... Και οι σχέσεις ελπίζουμε ν' αντέχουν... πέρα απ' τα φαινόμενα... Καλή Σαρακοστή, Θανάση. Αμήν και το Πάσχα.

Θανάσης Μουστάκης είπε...

Φυσικά και δεν είναι αδιάφορο! Φαντάζομαι ότι δεν είναι ούτε τυχαίο!
Πάντως, τα δύσκολα αρχίζουν πέρα απ' τα φαινόμενα!

Σουλτάνα Γκαργκάνα είπε...

Όμορφη διήγηση!Το ζευγάρι έτσι όπως στ' αλήθεια πλάστηκε να είναι. Η χαρά στην αίσθηση του κορμιού που ανασαίνειδίπλα, η κοινή προσμονή της γιορτής, η ίδια ανταπόκριση στο ερέθισμα των ειδήσεων. Το αφήγημα όμως δεν σταματάει εκεί. Η σημειολογία της Σαρακοστής και της Ανάστασης, όμορφα δοσμένη και αδιαπραγμάτευτη. Στ' αλήθεια πολύ όμορφη διήγηση!

Evi Voulgaraki είπε...

Σ' ευχαριστώ, Σουλτάνα. Καλή Σαρακοστή, λοιπόν, και καλή ανηφόρα...