2 Σεπ 2019

Δυο Αστικοί Μύθοι: Το Τρομοκρατικό Ισλάμ, ο Πασιφιστικός Ινδουισμός




Φωτογραφία: AP


Από την 11η Σεπτέμβρη 2001 το Ισλάμ συνδέεται στη δυτική σκέψη με την τρομοκρατία. Τι κι αν η προϋπάρχουσα σχέση του Μπιν Λάντεν με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες οδήγησε σε μια νεόκοπη όσο και πρωτότυπη φονταμενταλιστική εκδοχή του Ισλάμ, καμωμένη στη Δύση, εργαλειοποιημένη ως αντίπαλο δέος στο σοβιετικό επεκτατισμό την περίοδο του ψυχρού πολέμου, με επίκεντρο το Αφγανιστάν; Όλα αυτά ξεχνιούνται μπροστά στις αδυσώπητες νεότερες εξελίξεις. Παρασιωπάται επίσης βολικά η δεδομένη και άρρηκτη συμμαχία του δυτικού τόξου με τη Σαουδική Αραβία, μήτε ορρωδεί ενώπιον και των πιο σκοτεινών δράσεων του σαουδαραβικού καθεστώτος.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την εγκαθίδρυση του χαλιφάτου του ISIS, με τη δική του γεωγραφική επικράτεια, κράτους ανομίας και τρόμου, φρικαλεοτήτων με τους όρους θεάματος μιας πολύ σύγχρονης τεχνολογικής κοινωνίας και συνάμα με εικόνες αρχαϊκές, γιαταγάνια και κομμένους λαιμούς. Εκεί εκπαιδεύτηκε ένα σωρό κόσμος, μισθοφόροι του κακού, και ακόμα και μετά την ήττα του χαλιφάτου, πολύ δύσκολα θα ξεμάθουν πρακτικές που έμαθαν και στις οποίες εθίστηκαν. Κοντά σε αυτά η διαρκής τρομοκρατία σε ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και σε κατά πλειοψηφία ισλαμικές, εναντίον άλλων πιο φιλελευθέρων εκδοχών του Ισλάμ ή του σηιτικού Ισλάμ.

Μέσα σε όλο αυτό τον όγκο της πληροφορίας που κατακλύζει τα δελτία των ειδήσεων, ξεχνιέται η απλή και πολυποίκιλη πραγματικότητα του ισλαμικού κόσμου, με την έντονη προσευχή του και πνευματική προσπάθεια, τον ζωηρό αλληλέγγυο κοινοτισμό του, την πίστη και την αφοσίωσή του στον Θεό, τη συναλληλία του.

Τα αντίθετα φαινόμενα, μιας χριστιανικής τρομοκρατίας σε ισλαμικούς στόχους, όπως στη Νέα Ζηλανδία, περνάνε εύκολα στη λήθη, και φυσιολογικά ερμηνεύονται όχι ως τυπικά δείγματα της θρησκείας, αλλά ακριβώς ως προδοσία και απόκλιση από τις αρχές του χριστιανισμού. Και έτσι ασφαλώς είναι. Απλώς αυτό που διαπιστώνουμε αυθόρμητα στο πλαίσιο του δικού μας κόσμου, σε μια διττή μεθοδολογία αρνούμαστε να το αναγνωρίσουμε στους άλλους, τους οποίους προκρίνουμε να δαιμονοποιούμε.




Συνάμα ένας άλλος αστικός μύθος είναι αυτός του πασιφισμού του Ινδουισμού, μιας θρησκείας που ασκεί μόνιμα γοητεία, ιδίως σε κάποιες εκδοχές της ευπρόσληπτες στη Δύση, αλλά και χάρη σε προσωπικότητες που έγιναν παγκόσμια σύμβολα μιας ειρηνικής επανάστασης όπως ο Μαχάτμα Γκάντι.

Πέρα από τη σαγηνευτική ειρηνικότητα της επανάστασης του Γκάντι, υπάρχει η καταγοήτευση του υπεραγχώδους δυτικού ανθρώπου από εκδοχές της γιόγκα που τρόπον τινά θεωρούνται μέρος ενός προγράμματος άσκησης και περισυλλογής που συμβάλλει στην εσωτερική ειρήνευση του ατόμου. Ασφαλώς η εκδοχή της γιόγκα που προσλαμβάνεται στη Δύση είναι σε τέτοιο βαθμό αλλοιωμένη και ξεκομμένη από τη γενικότερή της θρησκευτική συνάφεια και σκοποθεσία, που εύλογα θα την περιφρονούσε ένας γνήσιος ινδουιστής.

Είναι εξάλλου χαρακτηριστική η δυνατότητα του ινδουισμού για διαρκή εκλεκτική ενσωμάτωση ετερόκλητων στοιχείων, όπως επί παραδείγματι της Βίβλου από τον Μαχάτμα Γκάντι, και είναι και αυτό το συγκρητιστικό στοιχείο (ανάλογο του οποίου έχει και το Ισλάμ) που συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας δίχως αιχμές εικόνας του Ινδουισμού. Πέραν τούτου, η ντάρμα, η ινδουιστική διδασκαλία, που καθιερώνει την αποδοχή συγκεκριμένων τρόπων γενικά αλλά και ειδικά για κάθε κοινωνική κατηγορία, το σύστημα των καστών και η έμμεση παρηγοριά ομού και καθυπόταξη που προκύπτει από την απαρηγόρητη ανακύκλιση των αέναων μετενσαρκώσεων καθιστούν την αποδοχή της πραγματικότητας ως έχει παρά την ιδέα της ρήξης ίδιον του Ινδουισμού.

Και εδώ χάνονται στο ημίφως άλλες μορφές ινδουιστικής λατρείας που τιμούν έναν αδυσώπητο κύκλο καταστροφής και νέας ζωής, ή η ίδια η βία που γεννά η δίχως σημεία διαπερατότητας κοινωνική διαστρωμάτωση, και η θέση των άθικτων (ντάλιτ) στην ινδική κοινωνία.

Εδώ και δεκαετίες υπάρχει στην Ινδία πρόνοια νομικής αντιμετώπισης της τάσης των τελευταίων να μεταστρέφονται στον χριστιανισμό, εξαιτίας ακριβώς της πανανθρώπινης αδελφοσύνης της χριστιανικής διδασκαλίας. Όμως, οι ντάλιτ που μεταστρέφονται στερούνται ακόμα και των ελάχιστων προνοιών και προνομίων του νόμου που έχουν σταδιακά εισαχθεί για τους ινδουιστές ντάλιτ.



Σε μια εν πολλοίς ακυρωτική μετεξέλιξη των ιδεών του Γκάντι, ξεπηδά σήμερα ένας ινδουιστικός εθνικισμός, που εδράζεται όχι πια στην ανοχή και αποδοχή ενός κοινωνικού πλουραλισμού, αλλά σε μια σκληρά ιδεολογικοποιημένη ινδουιστική Ινδία, που στηρίζεται στην επιβολή, εσχάτως και στη βία. Το κύριο παράδειγμα αυτής της μετεξέλιξης, με πρωταγωνιστή τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι είναι το παράδειγμα του Κασμίρ. Η άρση του ειδικού καθεστώτος αυτονομίας του Κασμίρ και η απόπειρα βίαιης ενσωμάτωσής του στην Ινδική επικράτεια, εκτός των άλλων απομυθοποιεί και γκρεμίζει ολότελα την ιδέα ενός αποκλειστικά πασιφιστικού Ινδουισμού.

Εδώ είναι σαφές ότι η ινδουιστική ταυτότητα της πλειονότητας διασφαλίζεται μέσω της επιβολής, τόσο στο Κασμίρ όσο και σε κάθε άλλη μειονότητα εντός της Ινδίας. Όταν συνεπώς τίθενται ζητήματα ισχύος και πολιτικής εδραίωσης, η ιδιοπροσωπία μιας θρησκείας υποχωρεί, όσο κι αν τυχόν εργαλειοποιείται.

Ίσως σπεύσουν πολλοί να συμπεράνουν ότι οι θρησκείες όλες εμπεριέχουν προγραμματικά στοιχεία φονταμενταλισμού, φανατισμού και αποκλειστικότητας και οδηγούν σε συρράξεις και φρίκη. Όμως, και μια τέτοια ιδέα δεν είναι παρά ένας ακόμα αστικός μύθος.

Στη φύση του ανθρώπου είναι να οργανώνεται σε κοινότητες, να διακρίνει μεταξύ του εντός και του εκτός, να περιχαρακώνεται, να συγκρούεται με φανταστικούς ή πραγματικούς εχθρούς, να διεκδικεί τον χώρο του σε βάρος του άλλου, να εκμεταλλεύεται την ιδέα της ετερότητας προκειμένου να οικοδομήσει ταυτότητα και να συγκροτήσει ομαδοποίηση και πειθαρχία. Αυτό σημαίνει ότι κάθε στοιχείο πολιτισμού, θρησκευτικό ή όχι, που συγκροτεί ταυτότητα, μπορεί να είναι το καλύτερο αλλά ομού και το χειρότερο, στον βαθμό που μετατρέπεται σε ασπίδα και δόρυ.


* Η δρ. Εύη Βουλγαράκη είναι ΕΔΙΠ στο Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας του ΕΚΠΑ. Πρώτη δημοσίευση στην Εφημερίδα των Συντακτών